Ο πόλεμος, που συνεχίζεται χωρίς διακοπή για 66 χρόνια στην Παλαιστίνη, γνώρισε νέα ώθηση με τις ισραηλινές επιχειρήσεις «Φύλακες των αδελφών μας», ακολουθούμενη από το «Ακλόνητος Βράχος» (παράξενα μεταφρασμένο στον δυτικό Τύπο ως «Προστατευτική Ακμή»).
Οφθαλμοφανώς, το Τελ Αβίβ -το οποίο επέλεξε να χειραγωγήσει την εξαφάνιση τριών νεαρών Ισραηλινών για να ξεκινήσει τις επιχειρήσεις αυτές και «να ξεριζώσει τη Χαμάς» για να εκμεταλλευτεί το φυσικό αέριο της Γάζας, σύμφωνα με το σχέδιο που εκπονήθηκε το 2007 από το σημερινό υπουργό Άμυνας [1] -ξεπεράστηκε από την αντίδραση της Αντίστασης.
Η Ισλαμική Τζιχάντ απάντησε εκτοξεύοντας πυραύλους μεσαίου βεληνεκούς που είναι πολύ δύσκολο να καταρριφτούν, οι οποίοι προστεθήκαν σε εκείνους που εκτοξεύει η Χαμάς.

Η βιαιότητα των γεγονότων που στοίχησαν ήδη τη ζωή σε περισσότερους από 1.500 Παλαιστίνιους και 62 Ισραηλινούς (αλλά τα ισραηλινά στοιχεία υπόκεινται σε στρατιωτική λογοκρισία και είναι πιθανώς μειωμένα) έθεσε ένα κύμα διαμαρτυριών σε όλο τον κόσμο.
Εκτός από τα 15 μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, που συνεδρίασε στις 22 Ιουλίου, το Σ.Α. έδωσε το λόγο σε 40 άλλα κράτη που ήθελαν να εκφράσουν την οργή ​​τους για τη συμπεριφορά του Τελ Αβίβ και τη «κουλτούρα της ατιμωρησίας» του. Η σύνοδος, αντί των συνήθων 2 ωρών, διήρκεσε 9 ώρες [2].

Συμβολικά, η Βολιβία κήρυξε το Ισραήλ «τρομοκρατικό κράτος» και ανέστειλε τη συμφωνία για την ελεύθερη κυκλοφορία που την αφορούσε.
Αλλά σε γενικές γραμμές, οι δηλώσεις διαμαρτυρίας δεν ακολουθούνται από στρατιωτική βοήθεια, με εξαίρεση εκείνη του Ιράν και συμβολικά της Συρίας.
Και οι δυο στηρίζουν το παλαιστινιακό πληθυσμό μέσω της στρατιωτικής πτέρυγας της Ισλαμικής Τζιχάντ της Χαμάς (αλλά όχι την πολιτική πτέρυγα της, μέλος των Αδελφών Μουσουλμάνων) και το PFLP-GC.

Σε αντίθεση με τις προηγούμενες (επιχείρηση «Συμπαγές Μολύβι» το 2008 και «Πυλώνας σύννεφου» το 2012), τα δύο κράτη που προστατεύουν το Ισραήλ στο Συμβουλίου (οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο) διευκόλυναν τη σύνταξη μιας δήλωσης του Προέδρου του Συμβουλίου Ασφαλείας που τόνισε τις ανθρωπιστικές υποχρεώσεις του Ισραήλ [3] .
Στην πραγματικότητα, πέρα από το βασικό ερώτημα για μια σύγκρουση που διαρκεί από το 1948, είμαστε θεατές μιας συναίνεσης για να καταδικαστεί στο ελάχιστο η επιλογή του Ισραήλ σε δυσανάλογη χρήση βίας.

Ωστόσο, αυτή η φαινομενική συναίνεση κρύβει πολύ διαφορετικές αναλύσεις: ορισμένοι συγγραφείς ερμηνεύουν τη σύγκρουση ως θρησκευτικό πόλεμο μεταξύ Εβραίων και Μουσουλμάνων.
Άλλοι τη βλέπουν ως ένα πολιτικό πόλεμο σύμφωνα με κλασικό αποικιοκρατικό σχέδιο.
Πως πρέπει να τα ερμηνεύσουμε;

Τι είναι ο Σιωνισμός;

Στα μέσα του δέκατου έβδομου αιώνα, οι Βρετανοί Καλβινιστές συγκεντρώθηκαν γύρω από τον Όλιβερ Κρόμγουελ και αμφισβήτησαν την πίστη και την ιεραρχία του καθεστώτος.
Μετά την ανατροπή της Αγγλικανικής μοναρχίας, ο «Λόρδος Προστάτης (Lord Protector)» προσποιήθηκε ότι επιτρέπει στον αγγλικό λαό να πραγματοποιήσει την αναγκαία ηθική καθαρότητα για να διασχίσει μια 7χρόνη δοκιμασία, να καλοδεχτεί την επιστροφή του Χριστού και να ζήσει ειρηνικά μαζί του για 1.000 χρόνια (το «Millennium»).
Για αυτό το σκοπό, σύμφωνα με την ερμηνεία του της Αγίας Γραφής, οι Εβραίοι έπρεπε να σκορπιστούν στα πέρατα της γης, στη συνέχεια να επανα-ενωθούν στη Παλαιστίνη και να ανοικοδομήσουν το ναό του Σολομώντα.
Με αυτή τη βάση, ίδρυσε ένα πουριτανικό καθεστώς, ανέστειλε το 1656 την απαγόρευση στους Εβραίους να εγκατασταθούν στην Αγγλία και ανακοίνωσε ότι η χώρα του δεσμεύεται για τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ στην Παλαιστίνη.

Η αίρεση του Όλιβερ Κρόμγουελ με τη σειρά της ανατράπηκε στο τέλος του «Πρώτου Αγγλικού Εμφύλιου πόλεμου», οι υποστηρικτές του σκοτώθηκαν ή εξορίστηκαν, η Αγγλικανική μοναρχία αποκαταστάθηκε, και ο Σιωνισμός (ήτοι το σχέδιο δημιουργίας ενός Κράτους για τους Εβραίους) εγκαταλείφθηκε.
Επανεμφανίζεται στο δέκατο όγδοο αιώνα με το «Δεύτερο Αγγλικό Εμφύλιο πόλεμο» (σύμφωνα με την ονομασία στα εγχειρίδια ιστορίας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στο Ηνωμένο Βασίλειο) τον οποίον ο υπόλοιπος κόσμος γνωρίζει ως «Πόλεμο της Ανεξαρτησίας των Ηνωμένων Πολιτειών» (1775 - 83).
Σε αντίθεση με δημοφιλή πεποίθηση, ο τελευταίος δεν έγινε στο όνομα του ιδεαλισμού του Διαφωτισμού που θα κινήσει λίγα χρόνια αργότερα τη Γαλλική Επανάσταση, αλλά χρηματοδοτήθηκε από το βασιλιά της Γαλλίας και διεξάχθηκε για θρησκευτικούς λόγους με σύνθημα «Ο Βασιλιάς μας είναι ο Ιησούς!».

Οι George Washington, Thomas Jefferson και ο Benjamin Franklin, για να περιοριστούμε μόνο σε αυτούς, παρουσιάστηκαν οι ίδιοι ως διάδοχοι των εξόριστων υποστηρικτών του Όλιβερ Κρόμγουελ. Επομένως, οι Ηνωμένες Πολιτείες υιοθέτησαν λογικά το σιωνιστικό σχέδιο του.

Το 1868, στην Αγγλία, η βασίλισσα Βικτόρια διόρισε ως πρωθυπουργό τον Εβραίο Benjamin Disraeli.
Ο τελευταίος πρότεινε να παραχωρήσει μερίδιο της δημοκρατίας στους απογόνους των υποστηρικτών του Κρόμγουελ για να μπορεί να στηριχτεί σε όλο το λαό και να εξαπλώσει την ισχύ του στέμματος στον κόσμο ολόκληρο.
Προπαντός ο ίδιος πρότεινε μια συμμαχία με την εβραϊκή διασπορά για να οδηγήσει μια ιμπεριαλιστική πολιτική από την οποία θα ήταν το αβανγκάρντ (avant-garde).
Το 1878, έβαλε «την αποκατάσταση του Ισραήλ» στην ημερήσια διάταξη του Συνεδρίου του Βερολίνου για το νέο μοίρασμα του κόσμου.

Με αυτή τη σιωνιστική βάση το Ηνωμένο Βασίλειο αποκατάστησε τις καλές σχέσεις με τις πρώην αποικίες του που έγιναν οι Ηνωμένες Πολιτείες στο τέλος του «Τρίτου Αγγλικού εμφύλιου πολέμου» -γνωστού στις ΗΠΑ ως «αμερικανικό εμφύλιο πόλεμο» και στην ηπειρωτική Ευρώπη, ως « guerre de Sécession » (1861-65)- τον οποίον κέρδισαν οι διάδοχοι των υποστηρικτών του Κρόμγουελ, το WASP (Πουριτανοί Λευκοί Αγγλοσάξονες, White Anglo-Saxon Puritans) [4].
Και εδώ πάλι, αυτό είναι εντελώς λάθος να παρουσιαστεί αυτή η σύγκρουση ως πάλη κατά της δουλείας, ενώ την ασκούσαν ακόμα πέντε βόρειες πολιτείες.

Μέχρι σχεδόν το τέλος του δέκατου ένατου αιώνα, ο σιωνισμός είναι αποκλειστικά ένα πουριτανικό αγγλοσαξονικό σχέδιο στο οποίο προσκολλάται μόνο μια εβραϊκή ελίτ.
Καταδικάζεται έντονα από τους ραβίνους που ερμηνεύουν την Τορά ως αλληγορία και όχι ως πολιτικό σχέδιο.

Μεταξύ των σημερινών συνεπειών αυτών των ιστορικών γεγονότων, πρέπει να παραδεχτούμε ότι, αν ο σιωνισμός στοχεύει στη δημιουργία ενός Κράτους για τους Εβραίους, αποτελεί επίσης το θεμέλιο των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ως εκ τούτου, το ζήτημα του κατά πόσον οι πολιτικές αποφάσεις του συνόλου λαμβάνονται στην Ουάσιγκτον ή στο Τελ Αβίβ έχει μόνο σχετικό ενδιαφέρον.
Είναι η ίδια ιδεολογία που είναι στην εξουσία και στις δύο χώρες.
Περαιτέρω, ο Σιωνισμός έχοντας επιτρέψει τη συμφιλίωση μεταξύ Λονδίνου και Ουάσιγκτον, η αμφισβήτηση του αποτελεί επίθεση κατά αυτής της συμμαχίας, της πιο ισχυρής στον κόσμο.

Η προσχώρηση του εβραϊκού λαού στο αγγλοσαξονικό Σιωνισμό

Στην σημερινή επίσημη ιστορία είναι σύνηθες να αγνοηθεί η περίοδος των 17ο -18ο αιώνων και να παρουσιαστεί ο Theodor Herzl ως ιδρυτή του Σιωνισμού.
Ωστόσο, σύμφωνα με τις εσωτερικές εκδόσεις της Παγκόσμιας Σιωνιστικής Οργάνωσης, και αυτός ο ισχυρισμός είναι επίσης λάθος.
Ο αληθινός ιδρυτής του σύγχρονου Σιωνισμού δεν ήταν Εβραίος, αλλά Χριστιανός Σιωνιστής (dispentionalistChristian, Χριστιανικός Σιωνισμός, θεωρία τωνΟικονομιών).
O αιδεσιμότατος William E.Blackstone ήταν ιεροκήρυκας των ΗΠΑ, για τον οποίον οι αληθινοί Χριστιανοί δεν θα έχουν να λάβουν μέρος στις δοκιμασίες του τέλους του χρόνου. Δίδαξε ότι οι τελευταίοι θα απάγονται στον ουρανό κατά τη διάρκεια της τελικής μάχης (« the rapture »).
Κατά την άποψή του, οι Εβραίοι θα δώσουν αυτή τη μάχη και θα βγούνε ταυτόχρονα νικητές και με αλλαξοπιστία στο Χριστό.

Αυτή η θεολογία του αιδεσιμότατου Blackstone χρησίμευσε ως βάση για την σταθερή στήριξη της Ουάσινγκτον για τη δημιουργία του Ισραήλ. Και αυτό πολύ πριν από την ίδρυση του AIPAC (το λόμπι υπέρ του Ισραήλ) και την ανάληψη του έλεγχου του Κογκρέσου. Στην πραγματικότητα, η δύναμη του λόμπι δεν προέρχεται τόσο πολύ από τα χρήματά του και την ικανότητά του να χρηματοδοτήσει τις προεκλογικές εκστρατείες παρά από αυτή την ιδεολογία που ήταν πάντα παρούσα στις ΗΠΑ [5].

Η θεολογία τηςαρπαγής όσο ηλίθια και να φαίνεται είναι σήμερα πολύ ισχυρή στις ΗΠΑ. Είναι ένα φαινόμενο που παρουσιάζεται στα βιβλιοπωλεία και στο κινηματογράφο (δείτε την ταινία Left Behind , με τον Nicolas Cage, που θα προβληθεί τον Οκτώβριο).

Ο Theodor Herzl ήταν θαυμαστής του έμπορου διαμαντιών Cecil Rhodes, του βρετανού θεωρητικού του βρετανικού ιμπεριαλισμού και ιδρυτή της Νότιας Αφρικής και της Ροδεσίας (στην οποία έδωσε το όνομά του) και της Ζάμπιας (πρώην Βόρειος Ροδεσία).
Ο Herzl δεν ήταν Ισραηλίτης και δεν έκανε περιτομή ο γιος του. Άθεος, όπως πολλοί ευρωπαίοι αστοί της εποχής του, πρότεινε πρώτα να αφομοιωθούν οι Εβραίοι με αλλαξοπιστία στο χριστιανισμό.
Ωστόσο, ασπαζόμενος τη θεωρία του Benjamin Disraeli, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι καλύτερη λύση θα ήταν να συμμετέχουν ενεργά στη βρετανική αποικιοκρατία ιδρύοντας ένα εβραϊκό Κράτος στην σημερινή Ουγκάντα ​​ή στην Αργεντινή.
Ακολούθησε το παράδειγμα του Cecil Rhodes για τον τρόπο αγοράς της γης και της δημιουργίας του Εβραϊκού Πρακτορείου.

Ο Blackstone κατάφερε να πείσει τον Herzl να συνδεθούν οι ανησυχίες των Χριστιανών Σιωνιστών με αυτές των αποικιοκρατών. Έφτανε για αυτό να εξεταστεί η ίδρυση του Ισραήλ στην Παλαιστίνη και να πολλαπλασιαστούν οι βιβλικές αναφορές.
Χάρη σε αυτή την αρκετά απλή ιδέα, κατέφεραν να συνταχθεί η πλειοψηφία των Εβραίων της Ευρώπης στο σχέδιο τους. Σήμερα ο Herzl είναι θαμμένος στο Ισραήλ (στο όρος Herzl) και το Κράτος έχει τοποθετήσει στο φέρετρό του τη σχολιασμένη από τον Blackstone Βίβλο που του την είχε δωρίσει.

Ο Σιωνισμός δεν είχε ποτέ ως στόχο να «σώσει τον Εβραϊκό λαό δίνοντας του μια πατρίδα», αλλά τον θρίαμβο του αγγλοσαξονικού ιμπεριαλισμού με συμμετοχή των Εβραίων.
Επιπλέον, όχι μόνο ο Σιωνισμός δεν είναι προϊόν της εβραϊκής κουλτούρας, αλλά η πλειοψηφία των Σιωνιστών δεν υπήρξε ποτέ εβραϊκή, ενώ η πλειοψηφία των Εβραίων Σιωνιστών δεν είναι Ισραηλίτες.
Οι βιβλικές αναφορές πανταχού παρούσες στον ισραηλινό δημόσιο λόγο, δεν αντικατοπτρίζουν παρά τη σκέψη του τμήματος της χώρας που πιστεύει και προορίζονται κυρίως να πείσουν τον αμερικανικό πληθυσμό.

Η αγγλοσαξονική συνθήκη για τη δημιουργία του Ισραήλ στην Παλαιστίνη

Η απόφαση για τη δημιουργία ενός εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη ελήφθη από κοινού από τις βρετανική και αμερικανική κυβερνήσεις.
Διαπραγματεύτηκε από τον πρώτο Εβραίο Δικαστή στο Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών, Louis Brandeis, υπό την αιγίδα του αιδεσιμότατου Blackstone και εγκρίθηκε τόσο από τον Πρόεδρο Woodrow Wilson όσο και από τον πρωθυπουργό Ντέιβιντ Λόιντ Τζορτζ, στον απόηχο της αγγλογαλλικής συμφωνίας Sykes-Picot για το μοίρασμα της «Μέσης Ανατολής».
Η συμφωνία αυτή δημοσιοποιήθηκε σταδιακά.

Ο μελλοντικός Υφυπουργός Αποικιών, Leo Amery, εκφορτώθηκε με την αποστολή να βοηθήσει του παλιούς του «Σώματος Zion Mule Corps» για να δημιουργήσουν, μαζί με δύο Βρετανούς πράκτορες Ze’ev Jabotinsky και Chaim Weizmann, την «Εβραϊκή Λεγεώνα» στο βρετανικό στρατό.

Ο υπουργός Εξωτερικών Λόρδος Balfour απέστειλε ανοικτή επιστολή στον Λόρδο Walter Rothschild για να δεσμευτεί να δημιουργήσει μια «Εθνική Εβραϊκή Εστία» στην Παλαιστίνη (2, Νοεμβρίου, 1917). Ο πρόεδρος Wilson περιλαμβάνει μεταξύ των επισήμων στόχων του για τον πόλεμο, (αριθ. 12 από τα 14 σημεία που παρουσιάστηκαν στο Κογκρέσο στις 8 Ιανουαρίου 1918), τη δημιουργία του Ισραήλ [6].

Ως εκ τούτου, η απόφαση για τη δημιουργία του Ισραήλ δεν έχει τίποτα να κάνει με την εξόντωση των Εβραίων της Ευρώπης που έγινε δύο δεκαετίες αργότερα, κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.

Κατά τη διάρκεια της Διάσκεψης για την Ειρήνη των Παρισίων, ο Εμίρης Faisal (γιος του Σαρίφ της Μέκκα και μελλοντικός βασιλιάς του Βρετανικού Ιράκ), υπέγραψε στις 3 Ιανουαρίου 1919 συμφωνία με την Σιωνιστική Οργάνωση, υποσχόμενος να στηρίξει την αγγλοσαξονική απόφαση.

Η δημιουργία του κράτους του Ισραήλ, η οποία έλαβε χώρα σε βάρος του λαού της Παλαιστίνης, ως εκ τούτου, έγινε επίσης με τη συμφωνία των Αράβων μοναρχών.
Επιπλέον, στην ίδια εποχή, ο Σαρίφ της Μέκκας, Χουσεΐν μπιν Αλί, δεν ερμήνευε το Κοράνι με τον τρόπο της Χαμάς. Δεν νομίζε ότι μια «μουσουλμανική γη δεν μπορεί να κυβερνηθεί από μη-μουσουλμάνους».

Η νομική ίδρυση του κράτους του Ισραήλ

Τον Μάιο 1942, οι σιωνιστικές οργανώσεις πραγματοποίησαν το συνέδριο τους στο Biltmore Hotel στη Νέα Υόρκη.
Οι συμμετέχοντες αποφάσισαν να μετατρέψουν την «Εθνική Εβραϊκή Εστία» στην Παλαιστίνη σε «Εβραϊκή Κοινοπολιτεία» (με αναφορά στη Κοινοπολιτεία , μέσω της οποίας ο Cromwell αντικατάστησε για λίγο τη βρετανική μοναρχία) και να επιτρέπουν τη μαζική μετανάστευση των Εβραίων προς τη Παλαιστίνη.
Σε ένα μυστικό έγγραφο, καθορίζονται τρεις στόχοι: «(1) το εβραϊκό κράτος θα καλύπτει το σύνολο της Παλαιστίνης και πιθανώς την Υπεριορδανία. (2) η μετατόπιση των Αράβων στο Ιράκ και (3) η ανάληψη από τους Εβραίους των τομέων της ανάπτυξης και του έλεγχου της οικονομίας σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή».

Σχεδόν κανένας από τους συμμετέχοντες δεν γνώριζε ότι η «τελική λύση του εβραϊκού ζητήματος» (die Endlösung der Judenfrage) είχε μόλις αρχίσει μυστικά στην Ευρώπη.

Εν τέλει, ενώ οι Βρετανοί δεν ήξεραν πια πώς να ικανοποιήσουν ταυτόχρονα τους Εβραίους και τους Άραβες, τα Ηνωμένα Έθνη (που τότε αριθμούσε μόνο 46 κράτη μέλη) πρότειναν ένα σχέδιο μοιράσματος της Παλαιστίνης από πληροφορίες που έδωσαν οι Βρετανοί.

Έπρεπε να ιδρυθεί ένα δι-εθνικό κράτος που θα συμπεριλάμβανε ένα εβραϊκό κράτος, ένα αραβικό κράτος και μια περιοχή «κάτω από ειδικό διεθνές καθεστώς» για τη διαχείριση των ιερών τόπων (Ιερουσαλήμ και Βηθλεέμ). Το σχέδιο αυτό εγκρίθηκε με το ψήφισμα 181 της Γενικής Συνέλευσης [7].

Χωρίς να περιμένει το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων, ο πρόεδρος του Εβραϊκού Πρακτορείου, David Ben Gurion, διακήρυξε μονομερώς το κράτος του Ισραήλ που αναγνωρίστηκε αμέσως από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι Άραβες του ισραηλινού εδάφους τέθηκαν υπό στρατιωτικό νόμο, περιορίστηκαν οι κινήσεις τους και κατασχέθηκαν τα διαβατήριά τους. Οι πρόσφατα ανεξάρτητες αραβικές χώρες παρενέβησαν. Αλλά ακόμα χωρίς συγκροτημένους στρατούς ηττήθηκαν γρήγορα. Κατά τη διάρκεια αυτού του πολέμου, το Ισραήλ προχώρησε σε εθνοκάθαρση και ανάγκασε τουλάχιστον 700.000 Άραβες να εγκαταλείψουν τα εδάφη τους.

Ο ΟΗΕ έστειλε ως μεσολαβητή τον κόμη Folke Bernadotte, έναν Σουηδό διπλωμάτη που έσωσε χιλιάδες Εβραίους κατά τη διάρκεια του πολέμου. Βρήκε ότι τα δημογραφικά δεδομένα που είχαν δοθεί από τις βρετανικές αρχές ήταν ψευδή και ζήτησε την πλήρη εφαρμογή του σχεδίου μοιράσματος της Παλαιστίνης. Ωστόσο, το ψήφισμα 181 απαιτεί την επιστροφή των 700.000 εκδιωχθέντων Αράβων, τη δημιουργία ενός αραβικού κράτους και τη διεθνοποίηση της Ιερουσαλήμ.

Ο ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ δολοφονήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 1948 με διαταγή του μελλοντικού πρωθυπουργού Yitzhak Shamir.

Έξω φρενών, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών ενέκρινε το ψήφισμα 194, το οποίο επιβεβαιώνει τις αρχές του ψηφίσματος 181 και, επιπλέον, διακηρύσσει το αναφαίρετο δικαίωμα των Παλαιστινίων να επιστρέψουν στα σπίτια τους και να αποζημιωθούν για τις ζημίες που υπέστησαν [8].

Ωστόσο, το Ισραήλ σύλλαβε τους δολοφόνους του Bernadotte, τους δίκασε και καταδίκασε, και έγινε δεκτό στον ΟΗΕ με την υπόσχεση να τιμήσει τα ψηφίσματα. Αλλά όλα αυτά δεν ήταν παρά ψέματα. Αμέσως μετά δόθηκε χάρη στους δολοφόνους και ο σκοπευτής έγινε προσωπικός σωματοφύλακας του πρωθυπουργού David Ben Gurion.

Από τότε που εντάχτηκε στον ΟΗΕ, το Ισραήλ δεν έπαψε να παραβιάζει τα ψηφίσματα που έχουν συσσωρευτεί στη Γενική Συνέλευση και το Συμβούλιο Ασφαλείας.
Οι οργανικές σχέσεις του με δύο μέλη του Συμβουλίου με δικαίωμα βέτο το τοποθέτησαν εκτός διεθνούς δίκαιου. Έγινε κράτος offshore που επιτρέπει στις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο να υποκρίνονται ότι σέβονται το διεθνές δίκαιο, ενώ το παραβιάζουν μέσω αυτού του ψευδοκράτους.

Είναι απολύτως λάθος να πιστεύει κανείς ότι το πρόβλημα που θέτει το Ισραήλ αφορά μόνο τη Μέση Ανατολή.
Σήμερα, το Ισραήλ δρα στρατιωτικά οπουδήποτε στον κόσμο καλύπτοντας τον αγγλοσαξονικό ιμπεριαλισμό.
Στη Λατινική Αμερική, είναι ισραηλινοί πράκτορες που οργάνωσαν την καταστολή κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος κατά του Ούγκο Τσάβες (2002) ή την ανατροπή του Μανουέλ Σελάγια (2009).
Στην Αφρική, ήταν παντού παρόντες κατά τη διάρκεια του πολέμου των Μεγάλων Λιμνών και οργάνωσαν τη σύλληψη του Μουαμάρ ελ Καντάφι.
Στην Ασία, οδήγησαν την επίθεση και τη σφαγή των Τίγρεων Ταμίλ (2009), κ.λπ..

Κάθε φορά, το Λονδίνο και η Ουάσιγκτον ορκίζονται ότι δεν ευθύνονται. Επιπλέον, το Ισραήλ ελέγχει πολλά μέσα μαζικής ενημέρωσης και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (όπως την αμερικανική Federal Reserve, FED).

Η πάλη ενάντια στον ιμπεριαλισμό

Μέχρι τη διάλυση της ΕΣΣΔ, ήταν προφανές σε όλους ότι το ισραηλινό ζήτημα ανήκει στον αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό.
Οι Παλαιστίνιοι υποστηρίζονταν από όλους τους αντι-ιμπεριαλιστές στον κόσμο -μέχρι τα μέλη του Ιαπωνικού Κόκκινου Στρατού-, που έρχονταν να πολεμήσουν στο πλευρό τους.

Στις μέρες μας, η παγκοσμιοποίηση της καταναλωτικής κοινωνίας και η απώλεια των αξιών που συνεπάγεται, προκάλεσαν την έλλειψη συνείδησης για το αποικιοκρατικό χαρακτήρα του εβραϊκού κράτους. Μόνο οι Άραβες και οι Μουσουλμάνοι αισθάνονται ότι πρέπει να εμπλακούν. Δείχνουν συμπάθεια για τα δεινά των Παλαιστινίων, αλλά αγνοούν τα ισραηλινά εγκλήματα στον υπόλοιπο κόσμο και δεν αντιδρούν στα άλλα ιμπεριαλιστικά εγκλήματα.

Όμως, το 1979, ο Αγιατολάχ Χομεϊνί εξηγούσε στους Ιρανούς πιστούς του ότι Ισραήλ δεν ήταν παρά μια κούκλα στα χέρια των ιμπεριαλιστών και ότι ο μόνος πραγματικός εχθρός ήταν η συμμαχία των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ηνωμένου Βασιλείου.

Για την δήλωση αυτής της απλής αλήθειας, ο Χομεϊνί διαστρεβλώθηκε στη Δύση και οι σιίτες παρουσιάστηκαν ως αιρετικούς στην Ανατολή.
Σήμερα το Ιράν είναι η μόνη χώρα στον κόσμο που στέλνει τεράστιες ποσότητες όπλων και συμβούλους για να βοηθήσει την παλαιστινιακή αντίσταση, ενώ τα σιωνιστική αραβικά καθεστώτα διαλογίζονται ευγενικά σε τηλεδιάσκεψεις με τον ισραηλινό πρόεδρο κατά τις συνεδριάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του Κόλπου [9].

Μετάφραση
Κριστιάν Άκκυριά
Πηγή
Ινφογνώμων Πολιτικά (Ελλάδα)

[1Εξάπλωση του πολέμου για το φυσικό αέριο στο Λεβάντε”, τον Τιερί Μεϊσάν, ΙΝΦΟΓΝΩΜΩΝ/Δίκτυο Βολταίρος, 21 juillet 2014.

[4Πόλεμοι των Cousins ​​»: Η θρησκεία, πολιτική, Πολιτικός Πολέμου και η Θρίαμβος της αγγλο-Αμερικής από τον Kevin Phillips, Basic Books (1999).

[5Βλ. American θεοκρατία (2006) Kevin Phillips, μια εξαιρετική ιστορικός ο οποίος ήταν σύμβουλος του Ρίτσαρντ Νίξον.

[6La formulation du point 12 est particulièrement sibylline. Ainsi, lors de la conférence de paix de Paris, en 1919, l’émir Fayçal l’évoqua pour revendiquer le droit des peuples anciennement sous le joug ottoman à disposer d’eux-mêmes. Il s’entendit répondre qu’il avait le choix entre une Syrie placée sous un ou sous plusieurs mandats. La délégation sioniste fit valoir que Wilson s’y était engagé à soutenir le Commonwealth juif à la grande surprise de la délégation états-unienne. En définitive, Wilson confirma par écrit qu’il fallait entendre le point 12 comme un engagement de Washington pour la création d’Israël et à la restauration de l’Arménie.