Η Dianne Feinstein, πρόεδρος της Επιτροπής Πληροφοριών της Γερουσίας, κυκλοφόρησε στις 9 Δεκεμβρίου 2014,απόσπασμα της διαβαθμισμένης έκθεσής της σχετικά με το μυστικό πρόγραμμα βασανιστηρίων της CIA [1].

Παρουσίαση της έκθεσης

Το αποχαρακτηρισμένο μέρος δεν αντιστοιχεί παρά μόνο στο ένα δωδέκατο της αρχικής έκθεσης.

Η ίδια η έκθεση δεν καλύπτει το τεράστιο σύστημα απαγωγών και απομονώσεων που έθεσε σε εφαρμογή το αμερικανικό Ναυτικό κατά τη διάρκεια των εντολών του Προέδρου George W. Bush, ένα πρόγραμμα που έχει οδηγήσει σε όλο τον κόσμο σε απαγωγή κια απομόνωση περισσότερων από 80 000 άτομα σε 17 πλοία με επίπεδο πυθμένα που σταθμεύσαν στα διεθνή ύδατα (τα πλοία αυτά είναι: USS Bataan, USS Peleliu, USS Ashland, USNS Stockham, USNS Watson, USNS Watkins, USNS Sister, USNS Charlton, USNS Pomeroy, USNS Red Cloud, USNS Soderman, USNS Dahl, MV PFC William B Baugh, MV Alex Bonnyman, MV Franklin J Phillips, MV Louis J Huage Jr, MV James Anderson Jr.). Περιορίζεται στο να μελετήσει 119 περιπτώσεις ανθρώπινων πειραματοζωών που υποβλήθηκαν σε ψυχολογικά πειράματα στο Γκουαντάναμο και σε πενήντα μυστικές φυλακές από το 2002 έως τα τέλη του 2009, ήτοι ένα χρόνο μετά την εκλογή του Μπαράκ Ομπάμα.

Τα αποσπάσματα της έκθεσης δεν περιγράφουν με ποια κριτήρια επελέγησαν αυτά τα ανθρώπινα πειραματόζωα. Απλώς περιορίζονται να αναφέρουν ότι κάθε κρατούμενος κατήγγειλε τον επόμενο, ενώ αναφέρει ότι αυτές οι ομολογίες δεν εξαναγκάστηκαν αλλά ήταν μαθημένες. Με άλλα λόγια, η CIA πρόσεξε να δικαιολογήσει τις επιλογές της, κατασκευάζοντας καταγγελίες μετά (a posteriori).

Στην αρχική έκθεση, τα ονόματα των πρακτόρων και των αναδόχων της CIA που εμπλέκονται έχουν αντικατασταθεί από ψευδώνυμα. Επιπλέον, τα αποχαρακτηρισμένα αποσπάσματα λογοκρίθηκαν ευρέως, κυρίως για να σβηστούν τα ονόματα των ξένων συνεργών της CIA.

Το περιεχόμενο της έκθεσης

Διάβασα το σύνολο των 525 σελίδων των δημόσιων αποσπασμάτων της έκθεσης. Ωστόσο, απέχω πολύ από το να έβγαλα όλες τις πληροφορίες, γιατί χρειάζεται πολύ έρευνα για την ερμηνεία των λογοκριμένων κειμένων.

Οι συνεδρίες χειραγώγησης προσωπικότητας έλαβαν χώρα σε πενήντα μυστικές φυλακές υπό την ευθύνη της «Alec Station», της μονάδας της CIA υπεύθυνής για την παρακολούθηση του Οσάμα Μπιν Λάντεν. Οι υποδομές, το προσωπικό και οι μεταφορές ήταν υπό την ευθύνη της «Ομάδας παράδοσης και κράτησης» της CIA. Οι συνεδρίες σχεδιάζονταν και πραγματοποιούνταν υπό την εποπτεία δύο συμβαλλόμενων ψυχολόγων οι οποίοι σχημάτισαν εταιρία το 2005. Οι άδειες χρήσης των τεχνικών χειραγώγησης δίνονταν από το υψηλότερο επίπεδο, χωρίς να διευκρινιστεί ότι τα βασανιστήρια αυτά είχαν ως στόχο την χειραγώγηση και όχι την εξαγωγή πληροφοριών.

Ο αντιπρόεδρος Ντικ Τσένι, η Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας Κοντολίζα Ράις, ο υπουργός Δικαιοσύνης John Ashcroft, ο υπουργός Άμυνας Ντόναλντ Ράμσφελντ, ο υπουργός Εξωτερικών Κόλιν Πάουελ και ο διευθυντής της CIA, Τζορτζ Τένετ, συμμετείχαν σε συνεδριάσεις για το θέμα αυτό στο Λευκό Οίκο. Παρακολουθήσαν προσομοιώσεις στο Λευκό Οίκο και παρακολούθησαν επίσης τις καταγραφές ορισμένων συνεδρίων, καταγραφές οι οποίες στη συνέχεια καταστράφηκαν παράνομα. Οι συναντήσεις αυτές προφανώς προορίζονταν για το «μαρκάρισμα» αυτών των προσωπικοτήτων, αλλά δεν είναι δυνατόν να καθοριστεί ποιος άπαυτους ήξερε σε τι χρησιμοποιούνταν αυτές οι τεχνικές.
Ωστόσο, τον Ιούνιο του 2007, η Κοντολίζα Ράις ενημερώθηκε προσωπικά από τον υπερολάβο της CIA, ο οποίος επόπτευε τα πειράματα. Η Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας ενέκρινε τη συνέχιση των πειραμάτων, αλλά μείωσε τον αριθμό των επιτρεπόμενων βασανιστηρίων.

Τα δημόσια αποσπάσματα της έκθεσης περιέχουν μια λεπτομερή ανάλυση του τρόπου με τον οποίον η CIA είπε ψέματα στους άλλους κλάδους της κυβέρνησης Μπους, στα μέσα ενημέρωσης και στο Κογκρέσο .

Ο James Mitchell και ο Bruce Jensen, επόπτες του προγράμματος χειραγώγησης της CIA. Ο Μίτσελ είχε διοριστεί το 2012 ως επίσκοπος των Μορμόνων, αλλά αναγκάστηκε να παραιτηθεί όταν η Εκκλησία του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών έμαθε την δραστηριότητα του.

Τα πειράματα του καθηγητή Martin Seligman

Τα δημόσια απόσπασμα της έκθεσης επιβεβαιώνουν ότι η CIA έχει διεξαγάγει πειράματα με βάση τις εργασίες του καθηγητή Martin Seligman (θεωρία της «μαθημένης ανικανότητας»). Δεν είχαν σκοπό να αποκτήσουν ομολογίες ή πληροφορίες, αλλά να ενσταλάξουν έναν λόγο ή μια συμπεριφορά στα θύματα.

Οι περισσότερες αναφορές από τα αποσπάσματα της έκθεσης τις όποιες έκανε ο τύπος οδηγούν σε σύγχυση. Πράγματι, η CIA μιλά για «μεθόδους χειραγώγησης» κάτω από το όνομα των «μη τυποποιημένων μεθόδων ανάκρισης» (non-standard means of interrogation). Έξω από τον χώρο, μπορεί ο καθείς να υποθέσει ότι ο όρος «ανάκριση» σημαίνει την αναζήτηση πληροφοριών, ενώ αναφέρεται σε συνεδρίες χειραγώγησης προσωπικότητας των υποκειμένων.

Όλα τα ονόματα των βασανιστών έχουν λογοκριθεί στο αποχαρακτηρισμένο απόσπασμα της έκθεσης. Ωστόσο, αναγνωρίζουμε τον Bruce Jessen με το ψευδώνυμο «Grayson Swigert» και τον James Mitchell υπό το ψευδώνυμο «Hammond Dunbar».

Από τις 12 Απριλίου 2002, οι δύο άνδρες επέβλεψαν το πρόγραμμα. Ήταν σωματικά παρόντες σε μυστικές φυλακές. Το 2005, οι ίδιοι σχημάτισαν μαζί μια εμπορική εταιρεία, Mitchell Jessen & Associates (αναφέρεται ως «Company Y» στην έκθεση). Από το 2005 έως το 2010, η εταιρεία τους πληρώθηκε με 81 εκατομμύρια δολάρια. Στη συνέχεια, χρησιμοποιήθηκαν από το στρατό ξηράς για να διεξάγουν ένα πρόγραμμα συμπεριφοράς σε 1,1 εκατομμύρια Αμερικανούς στρατιώτες.

Τον Μάιο του 2003, ένας ανώτερος αξιωματικός της CIA κατηγόρησε τον Γενικό Επιθεωρητή του Οργανισμού υποστηρίζοντας ότι οι εργασίες του καθηγητή Seligman βασίστηκαν σε βασανιστήρια που χρησιμοποιούσε το Βόρειο Βιετνάμ για να αποκτήσει «ομολογίες για λόγους προπαγάνδας». Ο αξιωματικός αμφισβητούσε το πρόγραμμα χειραγώγησης προσωπικότητας. Η αγγελία του δεν είχε συνέπεια. Παρεμπιπτόντως, έκανε ένα μικρό λάθος επικαλούμενος το Βόρειο Βιετνάμ, οι έρευνες του Seligman βασίστηκαν, όπως και οι πρακτικές του Βόρειου Βιετνάμ, σε κορεατικές εργασίες.

Ο τρόπος με τον οποίον προστατεύτηκαν οι βασανιστές

Σύμφωνα με την επιτροπή της Γερουσίας, το πρόγραμμα βασανιστηρίων της CIA διατάχθηκε από τον Πρόεδρο George W. Bush, στις 17 Σεπτεμβρίου 2001, ήτοι έξι ημέρες μετά τις επιθέσεις.
Προοριζόταν μόνο να δώσει εξαιρετικά μέσα για την έρευνα των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου 2001.
Ωστόσο, το πρόγραμμα αυτό αμέσως αναπτύχθηκε κατά παράβαση ορισμένων οδηγιών του Προέδρου. Ως εκ τούτου, μόλις μετά τις επιθέσεις, η CIA, εν αγνοία του Λευκού Οίκου, επεδίωξε να κατασκευάζει ψευδείς μαρτυρίες που πιστοποίησαν ψευδώς την ενοχή της αλ-Κάιντα.
Ο Πρόεδρος Τζορτζ Μπους και οι βουλευτές εξαπατήθηκαν από τη CIA η οποία έλαβε άδειες εφαρμογής ορισμένων βασανιστηρίων συγκαλύπτοντας τον αληθινό σκοπό τους και παρουσίασε ψευδώς χειραγωγημένες εξομολογήσεις σαν να είχαν αποσπαστεί με βασανιστήρια.

Όταν ο Πρόεδρος Μπους παραδέχτηκε, στις 6 Σεπτεμβρίου 2006, την ύπαρξη του προγράμματος μυστικών βασανιστηρίων της CIA, υπερασπίστηκε την πρακτική αυτή, υποστηρίζοντας ότι είχε αποδώσει πληροφορίες που έσωσαν ζωές. Βασιζόταν σε ψευδείς εκθέσεις της CIA και δεν γνώριζε ότι η τελευταία κατασκεύαζε αποδείξεις αντί να τις επιζητήσει. Ως εκ τούτου, τα ατλαντικά μέσα μαζικής ενημέρωσης βύθισαν στη βαρβαρότητα και συζήτησαν το βάσιμο η όχι των βασανιστηρίων παρουσιάζοντάς τα ως αναγκαίο κακό.

Οι βασανιστές φρόντισαν να καλύπτονται νόμιμα. Έτσι, ζήτησαν την άδεια άσκησης αυτών των πρακτικών από το Υπουργείο Δικαιοσύνης. Αλλά το τελευταίο γνωμοδότησε μόνο για τη νομιμότητα των μεθόδων που χρησιμοποιούνται (απομόνωση, κλείσιμο σε ένα μικρό κουτί, σκηνοθεσία κηδείας, χρήση εντόμων, κλπ) και όχι για το πρόγραμμα στο σύνολό του. Οι περισσότεροι νομικοί επέτρεψαν μόνο συγκεκριμένες καταστάσεις αγνοώντας τις ψυχολογικές επιπτώσεις τους όταν συνδυάζονται. Όλες οι άδειες συλλέχθηκαν τον Αύγουστο του 2002.

Οι ηγέτες της CIA, οι οποίοι επέτρεψαν τα πειράματα αυτά διευκρίνισαν εγγράφως ότι τα ανθρώπινα πειραματόζωα έπρεπε να αποτεφρωθούν, αν υπέκυψαν κατά τη χειραγώγηση ή ότι θα έπρεπε να παραμείνουν ισόβια έγκλειστοι αν επέζούσαν.

Κατασκευασμένες «Εξομολογήσεις»

Πρέπει να γίνεται κατανοητό: η επιτροπή της Γερουσίας δεν λέει ότι οι ομολογίες των κρατουμένων της CIA είναι νομικά εσφαλμένες επειδή αποσπάστηκαν με βασανιστήρια, αναφέρει ότι η CIA δεν ανέκρινε αυτούς τους κρατούμενους, αλλά ότι τους χειραγώγησε για να διεκδικήσουν καταστάσεις και πράξεις που τους είναι ξένες. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι πράκτορες της CIA δεν έχουν καν κοιτάξει να μάθουνι τι είχαν ομολογήσει οι κρατούμενοι κατά τις προηγούμενες ανακρίσεις από τις αρχές που τους συνέλαβαν.
Με άλλα λόγια, όχι μόνο η CIA δεν έχει διερευνήσει το εάν η Αλ Κάιντα είχε εμπλακεί στις επιθέσεις ή όχι, αλλά η δράση της δεν είχε άλλο σκοπό από το να κατασκευάσει ψευδείς μαρτυρίες οι οποίες πιστοποιούν ψευδώς την εμπλοκή της Αλ-Κάιντα στις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου.

Η επιτροπή της Γερουσίας δεν ζητά να μάθει εάν οι ομολογίες των ανθρωπίνων πειραματόζωων αποσπάστηκαν ή εντυπώθηκαν, αλλά μετά την εξήγηση ότι οι επόπτες ήταν εμπειρογνώμονες της χειραγώγησης και όχι των ανακρίσεων, εξηγεί επί μακρόν το γεγονός ότι καμία από αυτές τις «ομολογίες» δεν επέτρεψε να προδικαστεί τίποτα.
Αποδεικνύει ότι η CIA ψεύδεται όταν ισχυρίζεται ότι βοήθησαν να αποτραπούν άλλες επιθέσεις.
Η Επιτροπή δεν γράφει ότι οι πληροφορίες σχετικά με την αλ-Κάιντα σε αυτές τις ομολογίες είναι μυθεύματα, αλλά σημειώνει ότι ό τι μπορούσε να ελεγχτεί ήταν λάθος.
Με τον τρόπο αυτό, η Επιτροπή αρνείται ρητά τα επιχειρήματα που χρησιμοποιήθηκαν για να δικαιολογήσουν τα βασανιστήρια και ακυρώνει άμεσα τις μαρτυρίες που χρησιμοποιήθηκαν για τη σύνδεση της αλ-Κάιντα με τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου.

Η έκθεση αυτή επιβεβαιώνει, επισήμως, αρκετές πληροφορίες που είχαμε παρουσιάσει στους αναγνώστες μας και που έρχονται σε αντίθεση και ακυρώνουν τις εργασίες των ατλαντικών δεξαμενών σκέψης (thinks tanks), της ακαδημαϊκής κοινότητας και του τύπου από τις 11 Σεπτεμβρίου, τόσο σε σχέση με τις ίδιες τις επιθέσεις του 2001 όσο και σε ό τι αφορά την αλ-Κάιντα.

Μετά τη δημοσίευση των αποσπασμάτων αυτής της έκθεσης, φαίνεται ότι όλες οι ομολογίες που παρατίθενται στην έκθεση της Προεδρικής Εξεταστικής Επιτροπής για τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου που συνδέουν αυτές οι επιθέσεις με την αλ-Κάιντα είναι ψεύτικες.
Δεν υπάρχει πλέον σήμερα ούτε μια ένδειξη που να επιτρέπει τον καταλογισμό αυτών των επιθέσεων στην Αλ Κάιντα: δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι τα 19 άτομα που κατηγορούνται ότι είναι αεροπειρατές βρίσκονταν εκείνη την ημέρα σε ένα από τα τέσσερα αεροπλάνα, και καμία από τις μαρτυρίες πρώην μελών της Αλ Κάιντα που διεκδικούν τις επιθέσεις είναι γνήσια [2].

Ο Martin Seligman, σχεδιαστής του προγράμματος χειραγώγησης της CIA.

Η έκθεση επιβεβαιώνει αυτά που αποκαλύπταμε το 2009

Τον Οκτώβριο του 2009, είχα δημοσιεύσει μια ανάλυση για το θέμα αυτό στο ρωσικό περιοδικό Odnako [3]. Υποστηρίζα ότι το Γκουαντάναμο δεν ήταν ένα κέντρο ανάκρισης, αλλά χειραγώγησης. Επίσης, κατηγορούσα προσωπικά τον καθηγητή Seligman.
Ένα χρόνο αργότερα, το άρθρο είχει μεταφραστεί στα Αγγλικά, Αμερικανοί ψυχολόγοι ξεκίνησαν μια εκστρατεία για να ζητούν εξηγήσεις από τον Martin Seligman.
Σε λακωνική απάντηση, ο τελευταίος αρνήθηκε το ρόλο του ως βασανιστή και ξεκίνησε νομικές διαδικασίες εναντίον μου και του Δίκτυου Βολταίρου τόσο στη Γαλλία όσο και στο Λίβανο, όπου ζούσα.
Τελικά, ο καθηγητής Seligman έδωσε εντολή στους δικηγόρους του να σταματήσει τις διαδικασίες μετά που δημοσιεύσαμε μία από τις επιστολές του, που ακολουθείται από μια εξήγηση του κείμενου [4].
Ο Martin Seligman κατεδίωξε με τον ίδιο τρόπο όσους αντιμετώπισαν αυτό το θέμα, όπως τον Bryant Weich του Hunffington Post [5].

Ο John O. Brennan ήταν αναπληρωτής διευθυντής της CIA (2001-05) και ωστόσο διευθυντής του Εθνικού Αντιτρομοκρατικού Κέντρου. Αυτός ήταν ο κύριος αρχιτέκτονας του μυστικού προγράμματος για τις κατασκευασμένες ομολογίες υπό βασανιστηρίου. Το 2009, έγινε σύμβουλος σε θέματα Εσωτερικής Ασφάλειας του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα. Διορίστηκε διευθυντής της CIA το 2013.

Και τώρα

Η γερουσιαστής Diane Feinstein κατάφερε γενναία να δημοσιεύσει μέρος της έκθεσής της, παρά την αντίθεση του νυν διευθυντή της CIA, Τζον Μπρέναν, πρώην υπεύθυνος για τον έλεγχο του προγράμματος των βασανιστηρίων.

Ο Πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα ανακοίνωσε ότι δεν θα διώκει κανέναν από τους δράστες των εγκλημάτων αυτών, ενώ οι υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αγωνίζονται για να παραπεμφθούν οι δράστες στη δικαιοσύνη... Είναι το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε

Ωστόσο, τα πραγματικά ερωτήματα βρίσκονται αλλού:
 Γιατί διέπραξε η CIA τέτοια εγκλήματα;
 Γιατί κατασκεύασε ομολογίες που επέτρεψαν τη τεχνητή σύνδεση της αλ-Κάιντα με τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου;
 Και επομένως, αφού η Αλ Κάιντα δεν σχετίζεται με τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, ποιον θέλησε η CIA επομένως να προστατεύσει;

Τέλος, το πρόγραμμα της CIA αφορούσε μόνο 119 ανθρώπινα πειραματόζωα.
Τι γνωρίζουμε για τους 80.000 μυστικούς κρατουμένους του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ;

Μετάφραση
Κριστιάν Άκκυριά
Πηγή
Ινφογνώμων Πολιτικά (Ελλάδα)

[2Η τρομακτική απάτη, Thierry Meyssan, Γραφές, 2002

[3« Le secret de Guantánamo », par Thierry Meyssan, Оdnako (Russie), Réseau Voltaire, 28 octobre 2009.

[4« Une lettre de Martin Seligman », par Martin Seligman, Réseau Voltaire, 20 juin 2010.

[5Fort Hood: A Harbinger of Things to Come?”, Bryant Welch, Hunffington Post, 18 March 2010. “A Response to Bryant Welch”, Martin Seligman.