Ο Στρατηγός Ντέιβιντ Πετρέους στο CNAS.

Η συριακή κρίση, η οποία είχε ήδη βρει μια λύση με την πρώτη διάσκεψη της Γενεύης τον Ιούνιο του 2012, συνεχίζεται παρ ’όλες τις συμφωνίες που διαπραγματεύονται με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Προφανώς, η κυβέρνηση Ομπάμα δεν υπακούει τον ηγέτη της, αλλά κατανέμεται μεταξύ δύο πολιτικών γραμμών: από τη μια πλευρά οι ιμπεριαλιστές που ευνοούν ένα μοίρασμα του κόσμου με την Κίνα και ενδεχομένως τη Ρωσία (είναι η θέση του Πρόεδρου Ομπάμα) και, από την άλλη, οι επεκτατικοί ιμπεριαλιστές (που συγκεντρώθηκαν γύρω την Χίλαρι Κλίντον και τον Στρατηγό Ντέιβιντ Πετρέους).

Προς έκπληξη όλων, η αποπομπή του διευθυντή της CIA και της υπουργού εξωτερικών μετά την επανεκλογή του Ομπάμα δεν έθεσε τέρμα στη διαίρεση της διοίκησης, αλλά αντίθετα την ενίσχυσε.
Πάλι αυτοί οι επεκτατικοί ιμπεριαλιστές αναβίωσαν τον πόλεμο κατά της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κορέας, υπό το πρόσχημα μιας επίθεσης στον κυβερνοχώρο εναντίον της Sony Pictures που αποδίδεται στην Πιονγκγιάνγκ ενάντια σε κάθε λογική. Ο Πρόεδρος Ομπάμα συμφώνησε τελικά, με τα λόγια τους και υπέγραψε ένα διάταγμα «κυρώσεων».

Φαίνεται ότι οι υποστηρικτές της αυτοκρατορικής επέκτασης συγκεντρώθηκαν πρώτα για να δημιουργήσουν το Center for a New American Security (Κέντρο για μια νέα αμερικανική Ασφάλεια) , το οποίο έπαιξε στο Δημοκρατικό Κόμμα ρόλο ισοδύναμο με εκείνο του Project for a New American Century (Σχέδιο για ένα Νέο Αμερικανικό Αιώνα, και σήμερα του Foreign Policy Initiative, Πρωτοβουλίας Εξωτερικής Πολιτικής ) στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα.
Ως εκ τούτου, έπαιξαν σημαντικό ρόλο κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του Μπαράκ Ομπάμα και, για ορισμένους, έχουν ενσωματωθεί στο βαθύ κράτος από όπου συνεχίζουν να τραβήξουν τα σχοινιά .

Τα φιλελεύθερα γεράκια

Το Center for a New American Security (CNAS) ιδρύθηκε το 2007 από τον Kurt Campbell και την Michele Α. Flournoy

Αυτοί οι δύο διανοούμενοι είχαν εργαστεί προηγουμένως μαζί στο Center for Strategic and International Studies CSIS. Είχαν επεξεργαστεί δύο μήνες μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 την εκστρατεία To Prevail : An American Strategy for the Campaign Against Terrorism (Για να θριαμβεύσουμε: μια αμερικανική στρατηγική για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας) [1].
Το βιβλίο προωθούσε την απόφαση του Προέδρου Μπους να επιτεθεί όχι μόνο στις τρομοκρατικές ομάδες, αλλά και σε κράτη που τις υποστηρίζουν, και ακόμη και αποτυχημένα κράτη που απέτυχαν να πολεμήσουν στο έδαφός τους. Εμπνευσμένο από τα έργα της Task Force για την τρομοκρατία του CSIS, εισηγούταν μια σημαντική ανάπτυξη των μυστικών υπηρεσιών για να παρακολουθεί τον κόσμο ολόκληρο. Εν ολίγοις, οι Campbell και Flournoy συμφωνούσαν με την επίσημη αφήγηση των επιθέσεων και να δικαιολογούσαν τον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» που θα βύθιζε τον κόσμο σε πένθος για πάνω από μια δεκαετία.

Το 2003, οι Campbell και Flournoy υπέγραψαν με δεκατρείς άλλους δημοκρατικούς διανοούμενους ένα έγγραφο με τίτλο Progressive Internationalism : A Democratic National Security Strategy (Προοδευτικός Διεθνισμός: μια Δημοκρατική Στρατηγική για την Εθνική Ασφάλεια) [2]. Αυτό το μανιφέστο υποστήριζε τους πολέμους μετά την 11η Σεπτεμβρίου, ενώ επέκρινε την διπλωματική αδυναμία του Προέδρου Μπους. Στα πλαίσια της επιλογής του Δημοκρατικού υποψηφίου για το 2004, οι υπογράφοντες δήλωναν τη πρόθεση τους να προωθήσουν το αμερικανικό αυτοκρατορικό σχέδιο (που υπερασπιζόταν από τον George W. Bush), ενώ επέκρινε τον τρόπο με τον οποίον ασκούταν την ηγεσία, μεταξύ άλλων την αμφιβολία που είχε σπείρει μεταξύ των συμμάχων. Οι υπογράφοντες κατατάχτηκαν στη συνέχεια με την ονομασία «φιλελεύθερα γεράκια».

Ο Kurt Campbell και η Michele Flournoy στην εναρκτήρια τελετή του CNAS το 2007.

Το CNAS

Κατά την έναρξη του (2007), το CNAS δήλωνε ότι ήθελε να ανανεώσει την αμερικανική στρατηγική σκέψη μετά την Επιτροπή Μπέικερ-Χάμιλτον και την παραίτηση του υπουργού Άμυνας Ντόναλντ Ράμσφελντ.
Η έναρξη έλαβε χώρα με παρουσία πολλών προσωπικοτήτων από τις οποίες η Μαντλίν Ολμπράιτ, η Χίλαρι Κλίντον και ο Chuck Hagel. Εκείνη την εποχή, η Ουάσιγκτον έψαχνε για μια απόδραση από το τέλμα του στο Ιράκ. Ο Campbell και η Flournoy σκόπευαν να εφαρμόσουν μια στρατιωτική λύση, η οποία θα επέτρεπε στο στρατό των ΗΠΑ να συνεχίσει να καταλάβει το Ιράκ χωρίς να εξαντλήσει τις δυνάμεις του εκεί.
Για να συνεχίσει την παγκόσμια επέκτασή του, ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός έπρεπε να αναπτύξει πρώτα μια στρατηγική κατά της τρομοκρατίας, που θα του επέτρεπε να μειώσει τα στρατεύματά του στο Ιράκ.

Ως εκ τούτου, λογικά συνεργάζονται οι Campbell και Flournoy με το Στρατηγό Ντέιβιντ Πετρέους ο οποίος μόλις είχε διοριστεί διοικητής της Στρατιωτικής Συμμαχίας στο Ιράκ επειδή ήταν ο συγγραφέας του εγχειριδίου αντι-εξέγερσης του αμερικανικού στρατού ξηράς.
Προσλαμβάνουν έναν Αυστραλό εμπειρογνώμονα, τον David Kilcullen, ο οποίος θα γίνει ο γκουρού του Στρατηγού Πετρέους και θα σχεδιάσει την Surge (ώθηση).
Κατ’ αυτόν η αντιστροφή των Ιρακινών ανταρτών είναι δυνατή με το συνδυασμό δύο παραγόντων (το καρότο και το μαστίγιο): πρώτον, ένας μισθός θα καταβληθεί στους αντιστασιακούς που θα αλλάξουν στρατόπεδο και θα φροντίζουν για τη τάξη στην επικράτειά τους, και από την άλλη, θα τους ασκηθεί μια μεγάλη πίεση με προσωρινή αύξηση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας.
Η στρατηγική αυτή θα υλοποιηθεί με την επιτυχία που γνωρίζουμε: η χώρα πρώτα να περάσει από μια φάση έντονου εμφύλιου πόλεμου, στη συνέχεια επέστρεφε σιγά-σιγά στην ηρεμία μετά την βαθιά καταστροφή της. Στην πραγματικότητα, η αντιστροφή μέρους της ιρακινής αντίστασης ήταν δυνατή μόνο επειδή ήταν οργανωμένη σε φυλετική βάση.

Στην πραγματικότητα, κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, το CNAS και ο Πετρέους είναι άρρηκτα συνδεδεμένα. Ο Kilcullen γίνεται σύμβουλος του Πετρέους και σε συνέχεια της υπουργού Εξωτερικών Κοντολίζα Ράις. Η συγχώνευση είναι τέτοια ώστε ο συνταγματάρχης John Nagl, ένας από τους σύμβουλους του Πετρέους, γίνεται πρόεδρος του CNAS όταν οι Campbell και Flournoy εισέρχονται στην κυβέρνηση Ομπάμα.

Η πρωτοτυπία του CNAS, είναι ότι είναι μια δεξαμενή σκέψης των Δημοκρατικών που συνεργάζεται με- και ενσωματώνει Ρεπουμπλικάνα γεράκια. Πολλαπλασιάζει άλλωστε τις συναντήσεις και συζητήσεις με τα μέλη του Project for a New American Century.
Χρηματοδοτείται από βιομήχανους της πολεμικής βιομηχανίας ή παροχούς του τομέα της Άμυνας (Accenture Federal Services, BAE Systems, Boeing, DRS Technologies, Northrop Grumman), χρηματοπιστωτές (Bernard L. Schwartz Investments, Prudential Financial), ιδρύματα (Carnegie Corporation of New York, The William and Flora Hewlett Foundation, Ploughshares Fund, Smith Richardson Foundation, Zak Family Charitable Trust) και ξένες κυβερνήσεις (Ισραήλ, Ιαπωνία, Ταϊβάν).

Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, οι Campbell και Flournoy δημοσιεύουν τις συστάσεις τους για τον επόμενο Πρόεδρο: The Inheritance and the Way Forward (Η Κληρονομία και η πορεία που πρέπει να ακολουθηθεί) [3]. Από την εποχή του Μπους, αμφισβητούν την αρχή του «προληπτικού πολέμου» και τα βασανιστήρια. Επιπλέον, προτείνουν να ανακατευθυνθεί ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας , έτσι ώστε να αποφευχθεί η «σύγκρουση των πολιτισμών» που θα στερούσε την Ουάσιγκτον από τους μουσουλμάνους συμμάχους της.

Τρεις γενιές γυναικών στο CNAS: η Μαντλίν Ολμπράιτ, η Χίλαρι Κλίντον και η Michele Flournoy.

Η κυβέρνηση Ομπάμα

Μόλις εξελέγη πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, ο Μπαράκ Ομπάμα διόρισε την Michèle Flournoy για να παρακολουθήσει τη μετάβαση στο Υπουργείο Άμυνας. Λογικά, διορίστηκε Υφυπουργός Άμυνας για την πολιτική, δηλαδή, ότι πρέπει να αναπτύξει τη νέα στρατηγική της άμυνας. Είναι τότε το Νο 2 του υπουργείου και διαχειρίζεται έναν προϋπολογισμό ύψους 200 εκατομμυρίων δολαρίων.

Από την πλευρά του, ο Kurt Campbell διορίστηκε στο Υπουργείο Εξωτερικών για να διευθύνει το γραφείο της Άπω Ανατολής και του Ειρηνικού.
Οι Campbell και Flournoy θα γίνουν τότε οι υποστηρικτές της στρατηγικής του «κόμβου» (« pivot »). Σύμφωνα με αυτούς, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να προετοιμαστούν για μια μελλοντική αντιπαράθεση με την Κίνα. Υπό αυτό το πρίσμα, πρέπει να περιστρέφουν αργά τις ένοπλες δυνάμεις τους στην Ευρώπη και της ευρύτερης Μέσης Ανατολής προς την Άπω Ανατολή.

Το CNAS είναι τόσο δημοφιλές που πολλοί συνεργάτες θα εισέλθουν στην κυβέρνηση Ομπάμα:
 Η Rand Beers θα γίνει Γραμματέας της Εσωτερικής Ασφάλειας της Πατρίδας,
 Ο Άστον Κάρτερ, υφυπουργός Άμυνας για τις προμήθειες, και μετά υπουργός ‘Άμυνας,
 Η Σούζαν Ράις , πρέσβειρα στον ΟΗΕ, και μετά σύμβουλος εθνικής ασφαλείας,
 Ο Robert Work, Αναπληρωτής Υπουργός Άμυνας,
και ακόμη,
 ο Shawn Brimley, Ειδικός Σύμβουλος του υπουργού Άμυνας για τη Στρατηγική και μετά Διευθυντής του Προγραμματισμού στο Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας,
 ο Price Floyd, βοηθός του Αναπληρωτή Υπουργού Άμυνας για τις δημόσιες σχέσεις,
 Η Alice Hunt, Ειδική Βοηθός στο Υπουργείο Άμυνας,
 Ο Colin Kahl, Αναπληρωτής Βοηθός του Υπουργού Άμυνας για τη Μέση Ανατολή και μετά Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Αναπληρωτή Πρόεδρου,
 ο James Miller, υφυπουργός Άμυνας για την πολιτική,
 ο Eric Pierce, αναπληρωτής επικεφαλής του Υπουργείου Άμυνας αρμόδιος για τις σχέσεις με το Κογκρέσο,
 η Sarah Sewall θα γίνει, το 2014, υφυπουργός εξωτερικών για τη Δημοκρατία και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα,
 ο Wendy Sherman θα γίνει, το 2011, υφυπουργός Εξωτερικών για τις Πολιτικές Υποθέσεις,
 ο Vikram Singh, Ειδικός Σύμβουλος του υπουργού Άμυνας για το Αφγανιστάν και το Πακιστάν,
 η Gayle Smith, Διευθυντρια για την ανάπτυξη και τη δημοκρατία στο Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας,
 ο James Steinberg, υφυπουργός Εξωτερικών
 ο Jim Thomas, Βοηθός υφυπουργού Άμυνας για τους πόρους,
 ο Edward (TED) Warner ΙΙΙ, σύμβουλος του Υπουργού Άμυνας για τον έλεγχο των όπλων.

Το CNAS ετοιμάζει ήδη το πρόγραμμα του επόμενου πρόεδρου των ΗΠΑ.

Η επιρροή του CNAS

Η Michèle Flournoy, η οποία φιλοδοξούσε να γίνει υπουργός Aμυνας, απομακρύνθηκε από αυτή τη θέση το 2012, επειδή θεωρούταν πάρα πολύ κοντά στο Ισραήλ. Ωστόσο, είναι σήμερα πανταχού παρούσα στα όργανα σκέψης της άμυνας: είναι μέλος του Defense Science Board (Επιστημονικό Συμβούλιο της Άμυνας), του Defense Policy Board (πολιτικό Συμβούλιο της Άμυνας) και του President’s Intelligence Advisory Board (προεδρικό συμβούλιο για τις πληροφορίες).
Σαφώς, οι πολιτικές συστάσεις της εφαρμόζονται τόσο σε σχέση με την «ευρύτερη Μέση Ανατολή» όσο και για την Άπω Ανατολή.

Το CNAS στήριξε τις προσπάθειες του Wendy Sherman για να διαπραγματευθεί την επανάληψη των διπλωματικών διαπραγματεύσεων με την Τεχεράνη. Με αρκετά διαφανή τρόπο, τόνισε ότι το πρόβλημα με το Ιράν ήταν λιγότερο το πυρηνικό ζήτημα παρά την εξαγωγή της επανάστασης του. Προτείνει επομένως μια σειρά εξαιρετικά σοβαρών δράσεων για τη μείωση των ιρανικών δικτύων στην Αφρική, τη Λατινική Αμερική και τη Μέση Ανατολή [4].

Όσον αφορά τη Συρία, το CNAS θεωρεί ότι θα είναι αδύνατο να αποτρέψει βραχυπρόθεσμα την Δημοκρατία. Συμβουλεύει λοιπόν την «στρατηγική του τουρνικέ»: να χρησιμοποιηθεί η συναίνεση που δημιουργήθηκε εναντίον του Ισλαμικού Εμιράτου για να πιέζουν όλα τα εμπλεκόμενα κράτη τη Δαμασκό και τις ομάδες της αντιπολίτευσης, προκειμένου να επιτευχθεί μια στρατιωτική κλιμάκωση -αλλά χωρίς ως τόσο να συνεργαστούν με τον πρόεδρο Ελ-Άσαντ κατά του Ισλαμικού Κράτους. Οι προσπάθειες θα επικεντρωθούν ταυτόχρονα στην υποχρέωση της Δημοκρατίας να συμπεριλάβει στη κυβέρνηση της μέλη από την φιλο-ατλαντική αντιπολίτευση και στην ανθρωπιστική βοήθεια και υλικοτεχνική υποστήριξη που παρέχονται στις αντάρτικές περιοχές, έτσι ώστε να γίνονται ελκυστικές.

Μόλις μπαίνουν προ-ατλαντικοί άνθρωποι στη κυβέρνηση, θα πρέπει να εντοπίσουν τους μηχανισμούς του κρατικού μηχανισμού, έτσι ώστε να μπορεί αργότερα να καταστραφεί. Η πρωτοτυπία του προγράμματος είναι ότι διεκδικεί τη συριακή έρημο για τους αντάρτες οι οποίοι θα αρνηθούν να συμμετάσχουν στην κυβέρνηση. Ωστόσο, αυτή η έρημος αντιπροσωπεύει το 70% του εδάφους και φιλοξενεί το μεγαλύτερο μέρος των αποθεμάτων φυσικού αερίου [5].

Η CNAS δίνει ιδιαίτερη προσοχή στο Internet. Πρόκειται να περιοριστούν οι κυβερνητικές λογοκρισίες, έτσι ώστε η επιτήρηση της NSA να συνεχίσει με την ίδια ευκολία [6]. Ταυτόχρονα, ανησυχεί για το πώς η ΛΔΚ προστατεύει τον εαυτό της από τη κατασκοπεία της NSA [7].

Στον Ειρηνικό, το CNAS υποστηρίζει μια προσέγγιση με την Ινδία, τη Μαλαισία και την Ινδονησία. Επινόησε ένα σχέδιο για τον εκσυγχρονισμό του μηχανισμού κατά της Βόρειας Κορέας.

Οι σημερινοί υπεύθυνοι

Σταδιακά, το CNAS -που ήταν μια δημοκρατική πρωτοβουλία συνεργασίας με τους νεοσυντηρητικούς Ρεπουμπλικάνους- έγινε το κύριο κέντρο μελετών για την προώθηση του κατακτητικού ιμπεριαλισμού.

Πέρα από τους Kurt Campbell και Michele Flournoy, υπάρχουν και τους παρακάτω διοικητές:
 ο Στρατηγός Τζον Αλεν, διοικητής του Συνασπισμού κατά του Ισλαμικού Κράτους,
 ο Richard Armitage, πρώην υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ,
 ο Richard Danzig, αντιπρόεδρος της Rand Corporation,
 ο Τζόζεφ Λίμπερμαν, πρώην Ισραηλινός εκπρόσωπος στη Γερουσία,
 ο Στρατηγός James Mattis, πρώην διοικητής της CENTCOM.

Το CNAS αναμένεται να αναπτυχθεί και άλλο γιατί είναι από δω και στο εξής η μοναδική δεξαμενή σκέψης ικανή να αντιτίθεται στη μείωση του προϋπολογισμού άμυνας των ΗΠΑ και να αναζωογονήσει τη βιομηχανία του πολέμου.

Μετάφραση
Κριστιάν Άκκυριά
Πηγή
Ινφογνώμων Πολιτικά (Ελλάδα)

[1To Prevail: An American Strategy for the Campaign Against Terrorism, Csis Significant Issues Series, CSIS, November 2001.

[2Progressive Internationalism: A Democratic National Security Strategy, Progressive Policy Institute, October 30, 2003.

[3The Inheritance and the Way Forward, Kurt Campbell, Michele Flournoy, CNAS, 2007.

[4Pushback Countering the Iran Action Network, Scott Modell and David Asher, Center for a New American Security, September 2013.

[5The Tourniquet. A Strategy for Defeating the Islamic State and Saving Syria and Iraq, Marc Lynch, Center for a New American Security, October 2014. Et How This Ends. A Blueprint for De-Escalation in Syria, Dafna H. Rand and Nicholas A. Heras, Center for a New American Security, November 2014. “Το απίστευτο σχέδιο «ειρήνης» των ΗΠΑ για τη Συρία”, τον Τιερί Μεϊσάν, Μετάφραση Κριστιάν, ΙΝΦΟΓΝΩΜΩΝ, Δίκτυο Βολταίρος, 24 janvier 2015.

[6Bringing Liberty Online. Reenergizing the Internet Freedom Agenda in a Post-Snowden Era, Richard Fontaine, Center for a New American Security, September 2014.

[7Warring State: China’s Cybersecurity Strategy, Amy Chang, Center for a New American Security, December 2014.