Στη νέα Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειάς του (NSA), ο πρόεδρος Τραμπ τροποποιεί την επίσημη ορολογία και ονοματίζει τις μουσουλμανικές ένοπλες ομάδες ως «τρομοκράτες τζιχαντιστές».

Ισλάμ: θρησκεία ή ιδεολογία;

Μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 που αποδόθηκαν στην Αλ Κάιντα, μια βίαιη διαμάχη είχε διαταράξει την Ουάσινγκτον: είναι ή δεν είναι εκπρόσωποι του Ισλάμ οι τρομοκρατικές ομάδες; Αν ναι, όλοι οι μουσουλμάνοι έπρεπε να θεωρηθούν εχθροί της πατρίδας. Εάν όχι, θα μπορούσε να γίνει διάκριση μεταξύ των «μετριοπαθών» και των «εξτρεμιστών» μουσουλμάνων.

Ωστόσο, οι Βρετανοί χρησιμοποιούσαν τις ίδιες λέξεις με άλλο νόημα: οι «μετριοπαθείς» είναι «μέτρια αντι-ιμπεριαλιστές» μουσουλμάνοι, όπως η Χαμάς που δεν έχει καμία αντίρρηση πολιτικής τάξης για το Ισραήλ, αλλά αρνείται μόνο μουσουλμάνοι να κυβερνιούνται από Εβραίους· ενώ οι «εξτρεμιστές» είναι «εξαιρετικά αντιιμπεριαλιστές» μουσουλμάνοι, όπως η Χεζμπολάχ, που αμφισβητεί τη νίκη του ισραηλινού αποικιακού Κράτους πάνω στους Άραβες.

Η αντιπαράθεση κορυφώθηκε τον Ιουνίο 2006 σε μια διάσκεψη του New York Metro InfraGard. Ένας πράκτορας και εμπειρογνώμονας του FBI, William Gawthrop, διαβεβαίωσε ότι είναι άσκοπο να ξεχωρίσουμε τις διάφορες μουσουλμανικές τρομοκρατικές ομάδες, ενώ όλες βασίζονται στην ίδια ιδεολογία, το Ισλάμ. Στη συνέχεια διαρρεύσαν πέντε εσωτερικά έγγραφα του FBI [1]. Για την κατάρτιση των αξιωματικών του, θέτουν ότι όσο περισσότερο είναι κάποιος «ισλαμικός», τόσο θα είναι δυνητικά πιο «ριζοσπαστικός» και ότι ο Προφήτης Μωάμεθ ήταν ο ηγέτης μιας βίαιης σέκτας. Ο Gawthrop στηρίχθηκε σε μια αδιαμφισβήτητη μελέτη του Κορανίου, των Hadits και των κύριων θεολογικών κείμενων. Έδειξε ότι σε όλη την Ιστορία, θεολόγοι των τεσσάρων κυριότερων σουνιτικών σχολών υποστήριξαν τον πόλεμο εναντίον των άπιστων, αλλά όχι οι στοχαστές της σχολής των Σιιτών. Ο Gawthrop ήταν επίσης εκπαιδευτής της CIFA στο Υπουργείο Άμυνας. Είχε ενθαρρύνει να μελετηθεί ο Μωάμεθ ως στρατιωτικός ηγέτης.

Το 1953, ο πρόεδρος Eisenhower δέχτηκε αντιπροσωπεία της Μουσουλμανικής Αδελφότητας με επικεφαλής τον Said Ramadan.Οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστηρίζουν από τότε και στο εξής το πολιτικό Ισλάμ στο εξωτερικό.

Αυτή η πολεμική δεν ήταν νέα. Από τη μία πλευρά, από το 1953 και μετά την υποδοχή του Said Ramadan από τον πρόεδρο Eisenhower, η CIA και το υπουργείο Άμυνας εργάζονταν στο εξωτερικό με τους υποστηρικτές του πολιτικού Ισλάμ, τους Αδελφούς Μουσουλμάνους. Από την άλλη πλευρά, κατά τη διάρκεια του φυλετικού διαχωρισμού, αναγνωρίστηκε ότι οι απόγονοι των σκλάβων μπορούσαν να είναι μουσουλμάνοι, αλλά δεν έπρεπε να έχουν πολιτικές αξιώσεις. Το 1965, ο μαύρος και μουσουλμάνος πολιτικός ηγέτης Malcolm X δολοφονήθηκε, πιθανόν με την παθητική βοήθεια του FBI. Αγωνιζόμενος στο πάτωμα, προσπάθησε να δώσει στη γραμματέα του λίγο πριν πεθάνει ένα μήνυμα για τον Saïd Ramadan.

Σε αντίποινα από αυτή την άποψη, ένας εξέχων μουσουλμάνος των ΗΠΑ, Salam Al-Marayati, απείλησε να ζητήσει τον τερματισμό της συνεργασίας με το FBI [2].

Αμέσως, ο βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, James Cole, απαγόρευσε τη κυκλοφορία του συνόλου αυτών των έγγραφων αυτού του είδους, όχι μόνο στο FBI, αλλά σε όλες τις διοικήσεις.

Εκτός από το γεγονός ότι τα έγγραφα του FBI είχαν σχεδιαστεί για μαθήματα όπου οι εκπαιδευτές διευκρίνιζαν ότι δεν ασχολούνταν με το Ισλάμ ως θρησκεία αλλά ως πολιτική ιδεολογία [3].

Οι Ηνωμένες Πολιτείες: χώρα της θρησκευτικής ελευθερίας ή της ισλαμοφοβίας;

Εκείνη την εποχή, το υπουργείο των Εξωτερικών δημιούργησε διάφορες δομές για να επηρεάσει την αμερικανική και ξένη κοινή γνώμη, έτσι ώστε να μην κατηγορούν τις Ηνωμένες Πολιτείες ότι διεξήγαγαν πόλεμο κατά της μουσουλμανικής θρησκείας. Αυτός ο μηχανισμός περιελάμβανε ένα κύτταρο περίπου είκοσι ανθρώπων, που ομίλαγαν πολλές γλώσσες, οι οποίοι παρενέβησαν κάτω από ψεύτικες ταυτότητες σε φόρουμ για να καθοδηγήσουν τις συζητήσεις.

Όποια και αν είναι η προσέγγιση του ζητήματος, οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν πάντα στο ίδιο πρόβλημα: από τον έβδομο αιώνα, η λέξη « Ισλάμ » στα αραβικά χρησιμοποιείται τόσο για να ορίσει μια θρησκεία όσο και μια πολιτική ιδεολογία, αλλά απόλυτα ξεχωριστή.

Τελικά, τον Ιανουάριο του 2008, το Τμήμα Ασφάλειας της Πατρίδας δημοσίευσε με πρωτοβουλία του γραμματέα Michael Chertoff, την ορολογία για τον ορισμό των τρομοκρατών (Terminology to Define the Terrorists : Recommendations from American Muslims). Στη συνέχεια, το Μάρτιο του 2008, το γραφείο του Διευθυντή των Εθνικών Πληροφοριών (με επικεφαλής τον Mike McConnell) συνέταξε ένα σημασιολογικό σημείωμα για ολόκληρη τη διοίκηση. Αυτές οι οδηγίες είχαν ως σκοπό να ξεπλύνουν τη διοίκηση Μπους - ο οποίος είχε μιλήσει το 2001 για «Σταυροφορία εναντίον της Αλ Κάιντα» - για οποιαδήποτε υποψία ισλαμοφοβίας και την αποκατάσταση της τιμής της «χώρας της θρησκευτικής ελευθερίας».

Το γεγονός της άφιξης στο Λευκό Οίκο του Barack Hussein Obama έπρεπε να ήταν αρκετό για να λυθεί το πρόβλημα. Αλλά αυτό δεν συνέβη, επειδή τουλάχιστον το ένα τρίτο των εκλογέων του τον θεωρούσαν μουσουλμάνο, ο ίδιος διευκρίνισε ότι ήταν χριστιανός από μουσουλμανική οικογένεια. Γεγονός που φαινόταν να επικυρώνει το πρότυπο ταυτότητας των μεταναστών από τη Βόρεια Ευρώπη: μπορείς να είσαι πολίτης των ΗΠΑ ενώ πολιτιστικά, και ακόμα θρησκευτικά μουσουλμάνος, αλλά ένας πρόεδρος πρέπει να είναι χριστιανός. Ιδού τη βία της εκστρατείας που χρηματοδοτήθηκε από τον κτηματομεσίτη Donald Trump για τον τόπο γέννησης του Ομπάμα (Χαβάη ή Βρετανική Κένυα;). Είναι αλήθεια ότι η απάντηση έθετε υπό αμφισβήτηση τη συνταγματικότητα της εκλογής του, αλλά το σημαντικότερο, περιλάμβανε την επινόηση ότι έπρεπε να είχε γεννηθεί χριστιανός ή μουσουλμάνος.

Πριν ξεκινήσουν την «Αραβική Άνοιξη», ο Μπαράκ Ομπάμα και η Χίλαρι Κλίντον γέμισαν τη διοίκηση τους με υποστηρικτές του πολιτικού Ισλάμ.

Το 2011, ο αναπληρωτής υφυπουργός Προπαγάνδας (Public Diplomacy) δημιούργησε το Κέντρο για τις Στρατηγικές Επικοινωνίες για την αντι-τρομοκρατία (Center for Strategic Counterterrorism Communications). Το 2016, αυτή η δομή έγινε γνωστή ως Παγκόσμιο Κέντρο Συμμετοχής (Global Engagement Center) και επέκτεινε τις αρμοδιότητες του στον αγώνα ενάντια στη Ρωσία. Ο προϋπολογισμός του πολλαπλασιάστηκε επί 13. Το γεγονός ότι η καταπολέμηση της τρομοκρατίας και η αντιπαλότητα με τη Ρωσία ανατέθηκαν στον ίδιο οργανισμό δεν βοήθησε προφανώς να διευκρινιστούν τα πράγματα. Ήταν αυτή την περίοδο που η Ουάσιγκτον ενέκρινε την έκφραση του «βίαιου εξτρεμισμού» του ΟΗΕ για να ορίσει την ιδεολογία των τρομοκρατών [4].

Ας γυρίσουμε λίγο πίσω: στις 22 Δεκεμβρίου του 2012, το αιγυπτιακό περιοδικό Rose El-Youssef αποκάλυψε την παρουσία μερικών ηγετών της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στην κυβέρνηση Ομπάμα, από τους οποίους ο Salam Al-Marayati. Μεταξύ άλλων, είχε εκπροσωπήσει την υπουργό Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον και προήδρευσε την επίσημη αντιπροσωπεία των ΗΠΑ στη Διάσκεψη του ΟΑΣΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Η σύζυγός του, Laila, ήταν κοντά στην Χίλαρι Κλίντον όταν ήταν πρώτη κυρία και μέλος της Επιτροπής για τη Διεθνή Θρησκευτική Ελευθερία. Η παρέμβαση του Αλ-Marayati κατά του Gawthrop, έξι χρόνια νωρίτερα, δεν ήταν παρά μόνο στην πραγματικότητα ένας ελιγμός των Κλίντον, χρησιμοποιώντας τη Μουσουλμανική Αδελφότητα για να αλλάξουν τη γνώμη του FBI και του Υπουργείου Άμυνας.

Το δικαίωμα να σκέφτεσαι

Η διαμάχη αναβίωσε, τον Ιούλιο του 2017 με τη κατάθεση μιας τροπολογίας για το νόμο του στρατιωτικού προγραμματισμού (NDAA) που επιτρέπει στο υπουργείο Άμυνας να μελετήσει «τη χρήση βίαιων μουσουλμανικών θρησκευτικών δογμάτων ή μη-ορθόδοξων για την υποστήριξη της επικοινωνίας των εξτρεμιστών ή τρομοκρατών και να την δικαιολογήσουν». Το κείμενο απορρίφθηκε με 217 ψήφους έναντι 208, πάντα στο όνομα της προστασίας του Ισλάμ ως θρησκείας.

Ο πρόεδρος Trump επιλύθηκε οριστικά εφαρμόζοντας τη λέξη «τζιχαντιστές» για τους μουσουλμάνους τρομοκράτες, αν και αρχικά το τζιχάντ δεν είναι η ένοπλη πάλη κατά των άπιστων, αλλά μια ενδοσκόπηση και μια προσωπική αμφισβήτηση του εαυτού σου.

Αλλά, μέχρι στιγμής, οι αποφάσεις του Donald Trump αποτέλεσαν το αντικείμενο των χειρότερων παρεξηγήσεων. Το διάταγμα περί αναστολής της μετανάστευσης από χώρες όπου οι προξενικές αντιπροσωπείες δεν είχαν τα μέσα για να επαληθεύσουν την ειλικρίνεια των υποψηφίων ερμηνεύτηκε ως «ισλαμοφοβικό» επειδή οι χώρες αυτές έχουν πλειοψηφικό μουσουλμανικό πληθυσμό.

Η απόφασή του είναι μια πραγματική πνευματική επανάσταση για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Μέχρι τώρα, το υπουργείο Άμυνας, εφάρμοζε την στρατηγική του ναυάρχου Arthur Cebrowski, καταστρέφοντας –από χώρα σε χώρα- κάθε μορφή πολιτικής οργάνωσης στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, ενώ το Στέιτ Ντιπάρτμεντ φρόντιζε να διασφαλίζεται ότι αυτή η πολιτική δεν ήταν αντιμουσουλμανική από μόνη της.

Ωστόσο, από μεσανατολική άποψη, δεν είναι αυτό που έγινε αντιληπτό. Καθώς για δεκαπέντε χρόνια οι Ηνωμένες Πολιτείες εφάρμοσαν τη στρατηγική του Cebrowski [5] μόνο στο μέρος του κόσμου με μουσουλμανική πλειοψηφία, ήταν αδύνατο για τους Αφγανούς, τους Πέρσες, τους Τούρκους και τους Άραβες, να καταλάβουν τίποτα από τα συνθήματα των ΗΠΑ. Είναι εξάλλου με αυτή την αντίφαση που ο Μπαράκ Ομπάμα συγκρούστηκε κατά την ομιλία του στο Κάιρο τον Ιούνιο του 2009.

Αν κάποιος κατανοήσει απόλυτα τους στόχους της προπαγάνδας των ΗΠΑ, δεν μπορεί παρά να παρατηρήσει ότι οι ίδιες ήταν το πρώτο θύμα. Πράγματι, η αντίφαση μεταξύ του λενιστικού λόγου τους και της υποστήριξής τους προς την Μουσουλμανική Αδελφότητα στο εξωτερικό (και όχι η στρατηγική καταστροφής τους της ευρύτερης Μέσης Ανατολής) τους οδήγησε να απαγορεύσουν κάθε έρευνα σχετικά με την προέλευση του πολιτικού Ισλάμ, τόσο στη χώρα τους όσο και στις χώρες των συμμάχων τους.

Ωστόσο, ο Mohammed ήταν στρατηγός και κυβερνών. Αυτή η ιδιαίτερη ιστορική κατάσταση επέτρεψε, από τις πρώτες μέρες του Ισλάμ, σε ένα ορισμένο ρεύμα σκέψης να προσπαθήσει να χειραγωγήσει αυτή τη θρησκεία για να καταλάβει την εξουσία. Οι περισσότεροι μουσουλμάνοι έχουν εκτραφεί με Hadiths που συντάχθηκαν πολύ μετά το θάνατο του Προφήτη, που του αποδίδουν στρατιωτικά κατορθώματα και μια ιδιαίτερη πολιτική σκέψη. Οι σημερινοί Αδελφοί Μουσουλμάνοι στηρίζονται σε αυτά τα βαριά προηγούμενα.

Το 1965, ο αρχηγός του πολιτικού Ισλάμ των ΗΠΑ δολοφονήθηκε με την πιθανή βοήθεια του FBI.

Για τα υπόλοιπα, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα καταφέρουν να διακρίνουν τις δύο έννοιες της λέξης «Ισλάμ» έως ότου να έχουν διευθετήσει το ζήτημα της δικής τους ταυτότητας. Ο Ντόναλντ Τράμπ και οι ψηφοφόροι του παραδέχονται χωρίς δυσκολία ότι οι μαύροι και οι ισπανόφωνοι είναι πολίτες των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά δύσκολα ότι μπορούν να ασκούν κορυφαίες πολιτικές λειτουργίες.

Παραδόξως, ενώ θα ήταν σκόπιμο μουσουλμάνοι διανοούμενοι να αναλάβουν αυτή την έρευνα και έτσι να επιτρέψουν να χωρίσουν τη θρησκεία τους από την πολιτική χειραγώγηση της, είναι πιθανό ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα διεξάγουν αυτήν την εξερεύνηση μόνες τους. Παρόλο που υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός μουσουλμάνων ερευνητών στις ΗΠΑ, είναι απίθανο η χώρα αυτή να προβάλλει τα δικά της πολιτισμικά προβλήματα για αυτό το αντικείμενο μελέτης, με κίνδυνο να παρερμηνευτεί.

Μετάφραση
Κριστιάν Άκκυριά
Πηγή
Ινφογνώμων Πολιτικά (Ελλάδα)

[1Ο αναγνώστης θα βρει εδώ τα κύρια έγγραφα που αναφέρονται σε αυτό το άρθρο.

[2The wrong way to fight terrorism”, Salam Al-Marayati, Los Angeles Times, October 19, 2011.

[3Αυτό το βίντεο ενός μαθήματος στο Quantico δεν αφήνει καμία αμφιβολία γι ’αυτό.

[4« Plan d’action pour la prévention de l’extrémisme violent » (Σχέδιο Δράσης για την Πρόληψη του Βίαιου Εξτρεμισμού), par Ban Ki-moon, Réseau Voltaire, 24 décembre 2015.

[5The Pentagon’s New Map, Thomas P. M. Barnett, Putnam Publishing Group, 2004. « Το στρατιωτικό σχέδιο των Ηνωμένων Πολιτειών για τον κόσμο », του Τιερί Μεϊσάν, Haïti Liberté (Αϊτή) , Δίκτυο Βολταίρος, 22 Αυγούστου 2017.