Η Ρωσία αντιδρά στον οικονομικό πόλεμο που της κάνει το ΝΑΤΟ με τον τρόπο που θα το είχε κάνει σ’ ένα συμβατικό πόλεμο. Άφησε τον εαυτό της να πληγεί από τις μονομερείς κυρώσεις για να οδηγήσει καλύτερα τον αντίπαλό της στον δρόμο που η ίδια επέλεξε. Ταυτόχρονα, υπέγραψε συμφωνίες με την Κίνα για να διασφαλίσει το μέλλον της, και μετά με την Τουρκία για να αποδιοργανώσει το ΝΑΤΟ.
Όπως κάποτε ενώπιον της Γαλλίας ή της Γερμανίας, η αρχική ήττα της μπορεί να είναι η εγγύηση για τη τελική νίκη της.
Κατά την ετήσια σύνοδο κορυφής για την Ασφάλεια, που διοργανώθηκε από το Ίδρυμα Bertelsmann και το ΝΑΤΟ στο Μόναχο το 2007, ο Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν τόνισε ότι το συμφέρον των Δυτικοευρωπαίων δεν ήταν πλέον μόνο στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, αλλά επίσης και προπαντός με τη Ρωσία. Από τότε, δεν έπαψε να προσπαθήσει να οικοδομήσει οικονομικές σχέσεις, όπως την κατασκευή του αγωγού Nord Stream, υπό τη διεύθυνση του πρώην καγκελάριου της Γερμανίας Γκέρχαρντ Σρέντερ.
Από την πλευρά τους, οι Ηνωμένες Πολιτείες έκαναν τα πάντα για να αποτραπεί αυτή η προσέγγιση, μεταξύ άλλων με την οργάνωση του πραξικοπήματος του Κιέβου και το σαμποτάρισμα του αγωγού South Stream .
Σύμφωνα με τον ατλαντικό τύπο, η Ρωσία έχει επηρεαστεί έντονα από τις μονομερείς «κυρώσεις» -στην πραγματικότητα πράξεις οικονομικού πολέμου- που πάρθηκαν με αφορμή την προσάρτηση της Κριμαίας στην Ομοσπονδία ή την κατάρριψη του Boeing των Malaysia Airlines και με τη πτώση των τιμών του πετρελαίου.
Το ρούβλι έχασε το 40% της αξίας του, οι άχρηστες επενδύσεις στον αγωγό South Stream κόστισαν 4,5 δις. δολάρια, και το εμπάργκο στα τρόφιμα κόστισε 8,7 δις. δολάρια.
Εν τέλει, σύμφωνα με τον ατλαντικό τύπο, η Ρωσία φαλίρισε και είναι πολιτικά απομονωμένη.
Ο ατλαντικός τύπος παραλείπει όμως να αναφέρει τις συνέπειες αυτού του οικονομικού πολέμου για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ούτε ότι η απαγόρευση της εξαγωγής τροφίμων είναι πιθανό να καταστρέψει ολόκληρα τμήματα της γεωργίας της, και ούτε ότι η εγκατάλειψη του South Stream θα σταθμίσει πολύ σοβαρά το μέλλον της Ένωσης, με την αύξηση της τιμής της ενέργειας.
Φαίνεται ότι οι μονομερείς «κυρώσεις» είχαν ως συνέπεια την απρόβλεπτη πτώση των τιμών του πετρελαίου.
Πράγματι, οι τελευταίες άρχισαν να πέσουν στις 20 Ιουνίου, αλλά βγήκαν από το πλαίσιο των συνηθισμένων παραλλαγών στα τέλη του Ιουλίου, με τις πρώτες οικονομικές «κυρώσεις».
Οι τιμές του πετρελαίου δεν έχουν καμία σχέση με τον νόμο της προσφοράς και της ζήτησης, αλλά όπως και για κάθε κερδοσκοπική αγορά, με τον όγκο των κεφαλαίων που κερδοσκοπούν σ’ αυτό το τομέα, και οι μετακινήσεις των ρωσικών κεφαλαίων με την ανακοίνωση των κυρώσεων επιτάχυναν τη κίνηση.
Σε πρώτη εκτίμηση, είχε αποδοθεί η πτώση των τιμών του πετρελαίου σε μια προσπάθεια της Σαουδικής Αραβίας να περιοριστούν οι αμερικανικές επενδύσεις στο φυσικό αέριο από σχιστόλιθο και στο μη συμβατικό πετρέλαιο, αλλά, κατά τη συνεδρίαση του ΟΠΕΚ, αποδείχθηκε ότι οι Σαουδάραβες δεν ήταν πιθανώς η αιτία. Εξάλλου, φαίνεται αδύνατο η Σαουδική Αραβία να κερδοσκοπεί εναντίον του Αμερικανού Επικυριάρχου της.
Εν πάση περιπτώσει, η Ρωσία εξέπληξε την Ουάσιγκτον αντιστρέφοντας τη διπλωματική σκακιέρα: ο Βλαντιμίρ Πούτιν επισκέφθηκε την Τουρκία, ένα κράτος μέλος του ΝΑΤΟ, αμέσως μετά τον αντιπρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, για να συνάψει τεράστιες οικονομικές συμφωνίες.
Όχι μόνο δεν παρακάμπτουν τις μονομερείς κυρώσεις της Συμμαχίας, αλλά την αποδιοργανώνουν βαθιά.
Η Τουρκία σήμερα είναι μια χώρα έτοιμη να γίνει μια τρομερή δικτατορία.
Σύμφωνα με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ -όμως εφησυχαστικό βιζαβί ενός μέλους του ΝΑΤΟ- λογοκρίνει το Διαδίκτυο, η κυβέρνηση έχει καταχραστεί την εξουσία της για να σταματήσει τις έρευνες διαφθοράς που διεξάγονται εναντίον των μελών της και των οικογενειών τους, τιμώρησε τους αστυνομικούς και το δικαστικό σώμα που διεξήγαγαν τις έρευνες, οι μειονότητες δεν έχουν κανένα δικαίωμα, εκτός από τις τρεις μειονότητες που κατονομάζονται στην Συνθήκη της Λωζάννης το 1923, η κυβέρνηση Ερντογάν κρατά εκατοντάδες πολιτικούς κρατουμένους (κυρίως ανώτεροι αξιωματικοί ένοχοι αφού ήλθαν σε επαφή με το κινεζικό στρατό, πολιτικοί της αντιπολίτευσης, δημοσιογράφοι και δικηγόροι), τα βασανιστήρια είναι ευρέως διαδεδομένα, οι κρατήσεις αυθαίρετες και οι εξωδικαστικές εκτελέσεις είναι λεγεώνες.
Ο Πρόεδρος Ερντογάν έκτισε το μεγαλύτερο παλάτι του κόσμου. Το έκανε σ’ ένα φυσικό πάρκο, ενώ η Δικαιοσύνη του το είχε απαγορεύσει. Κόστισε 615 εκατομμύρια δολάρια για τους φορολογούμενους.
Η εγκληματική παρέκκλιση της κυβέρνησης Ερντογάν έχει γίνει μια σημαντική ανησυχία στους κόλπους του ΝΑΤΟ.
Όσο περισσότερο που η Τουρκία αποδεικνύει ότι τείνει να γίνει ένας απρόθυμος σύμμαχος.
Επιμένει να βοηθήσει τους τζιχαντιστές στον πόλεμο τους εναντίον του κουρδικού λαού (αν και με πολύ μεγάλη σουνιτική πλειοψηφία) αντί να προσεγγίσει ενεργά τον συνασπισμό των Ηνωμένων Πολιτειών κατά του Ισλαμικού Εμιράτου.
Αυτός είναι ο λόγος που ο Αντιπρόεδρος Τζο Μπάιντεν επισκέφθηκε στις 22 Νοεμβρίου την Άγκυρα, προφανώς για να απειλήσει τον Πρόεδρο Ερντογάν αν δεν έμπαινε στην αμερικανική τάξη.
Ωστόσο, την 1η Δεκεμβρίου, ο Πούτιν μετέβη επίσης στην Άγκυρα.
Χωρίζοντας τα οικονομικά θέματα από τα πολιτικά, παρουσίασε μια από καιρό προετοιμασμένη προσφορά: μια πρωτοφανή οικονομική συμμαχία μεταξύ των δύο εθνών.
Κατανοώντας ότι αυτή η απροσδόκητη προσφορά ήταν η μόνη διέξοδος του ενώπιον της Ουάσιγκτον, ο Πρόεδρος Ερντογάν υπέγραψε όλα τα έγγραφα που είχαν συνταχθεί από τους Ρώσους.
Δέχτηκε την ενίσχυση του υποθαλάσσιου αγωγού που συνδέει τη χώρα του με τη Ρωσία μέσω της Μαύρης Θάλασσας, αγόρασε σε καλή τιμή ρωσικό φυσικό αέριο, ακόμα και εγκαταστάσεις πυρηνικής ενέργειας για να τροφοδοτήσει τη βιομηχανία του, πούλησε τα γεωργικά προϊόντα του στη Ρωσία, παρά το εμπάργκο όλων των άλλων ατλαντικών κρατών, κ.λπ.
Για το ΝΑΤΟ, το τουρκικό πρόβλημα μετατρέπεται σε εφιάλτη.
Ο Πούτιν σίγουρα δεν άλλαξε γνώμη για τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Είναι ένας απατεωνίσκος που προσέγγισε τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, που ωθήθηκε στην εξουσία με τη βοήθεια της CIA, και ο οποίος συμπεριφέρεται σήμερα σαν ένα πραγματικό αφεντικό της μαφίας.
Αλλά ο Ρώσος πρόεδρος εξοικειώνεται στην αντιμετώπιση των ολιγαρχών ή των αρχηγών κρατών της Κεντρικής Ασίας, που δεν αξίζουν καλύτερα.
Ο ίδιος έφτασε στο Κρεμλίνο διεισδύοντας στο κύκλο του Μπόρις Γέλτσιν και του Μπόρις Μπερεζόφσκι.
Από την πλευρά του, ο Ερντογάν ξέρει ότι χρωστάει την εξουσία στο ΝΑΤΟ, και ότι σήμερα του ζητά να λογοδοτήσει. Ο ίδιος δεν έχει κανένα πρόβλημα να κάνει τη μεγάλη έκταση των ποδιών του: πολιτικός σύμμαχος της Ουάσιγκτον και οικονομικός σύμμαχος της Μόσχας.
Γνωρίζει ότι κανένα κράτος δεν μπορούσε ποτέ να βγει από την συμμαχία, αλλά φαντάζεται ότι μπορεί να παραμείνει στην εξουσία με αυτό το διπλό παιχνίδι.
Ας παρατηρήσουμε τώρα τη στρατηγική του Βλαντιμίρ Πούτιν.
Η δύναμη των Ηνωμένων Πολιτειών έγκειται τόσο στο νόμισμά τους, το οποίο επιβάλλουν στον υπόλοιπο κόσμο μέσω του ελέγχου της αγοράς του πετρελαίου, όσο και στο στρατό τους.
Το ΝΑΤΟ ξεκίνησε έναν οικονομικό πόλεμο κατά της Ρωσίας.
Για τις ανάγκες προπαγάνδας, κρύβει τις επιθέσεις κάτω από τον όρο «κυρώσεις».
Ωστόσο, οι κυρώσεις θα έπρεπε να είναι συνέπιες κάποιου κατηγορητήριου, μια δίκη και ετυμηγορία.
Όχι σε αυτή την περίπτωση. Οι κυριότερες «κυρώσεις» αποφασίστηκαν μετά την καταστροφή ενός πολιτικού αεροσκάφους στην Ουκρανία, ενώ κατά πάσα πιθανότητα, το τελευταίο καταρρίφτηκε από τις νέες αρχές του Κίεβου.
Σε απάντηση, ο Βλαντιμίρ Πούτιν ανέτρεψε πρώτα το μέλλον της χώρας του από τη Δυτική Ευρώπη προς την Άπω Ανατολή υπογράφοντας τα μεγαλύτερα εμπορικά συμβόλαια της ιστορίας με τους Κινέζους εταίρους του.
Στη συνέχεια χρησιμοποίησε την Τουρκία εναντίον του ΝΑΤΟ για να παρακάμψει τις δυτικές εμπορικές «κυρώσεις».
Είτε με την Κίνα είτε με την Τουρκία, η Ρωσία πωλεί την ενέργεια της σε τοπικά νομίσματα ή με ανταλλαγή, ποτέ σε δολάρια.
Οι Ρώσοι ειδικοί έχουν υπολογίσει ότι η Ουάσιγκτον θα επέμβει αν η τιμή του πετρελαίου διατηρηθεί για πάνω από έξι μήνες σε τιμή κάτω από 60 δολάρια το βαρέλι.
Πριν από δυο μήνες, η Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας, Ελβίρα Σ Nabiullina, κατέθεσε ενώπιον της Δούμας ότι είναι έτοιμη για αυτό το σενάριο, το ίδρυμα της κατέχει επαρκή αποθέματα.
Ως εκ τούτου, αν και αυτή τη στιγμή η Ρωσία έχει πληγεί σοβαρά από την οικονομική επίθεση του ΝΑΤΟ, η κατάσταση θα μπορούσε να αντιστραφεί σε έξι μήνες.
Για να διατηρήσει την κυριαρχία της επάνω από τον κόσμο, η Ουάσιγκτον θα αναγκαστεί να παρέμβει για να ανεβάσει τις τιμές του πετρελαίου. Αλλά εν τω μεταξύ, αυτός ο πόλεμος θα έχει σφραγίσει την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, ενώ η Ρωσία θα έχει μεταφέρει την οικονομία της προς όφελος του Κινέζου συμμάχου της.
Εν τέλει, η Ρωσία ενεργεί εδώ, όπως το έκανε πάντα.
Παλαιότερα, εφάρμοζε τη «στρατηγική της καμένης γης» όταν εισέβαλε η Γαλλία του Ναπολέοντα ή η Γερμανία του Αδόλφου Χίτλερ.
Κατέστρεφε η ίδια τους ιδίους πόρους της στις θέσεις των στρατευμάτων του εχθρού και οπισθοδρομούσε προς την Άπω Ανατολή.
Στη συνέχεια κυλούσε πίσω κατά των εξαντλημένων εισβολέων από την υπερβολικά μεγάλη τους διείσδυση.