Είναι η Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν μια Άγρια Δύση, όπου η Εξουσία μπορεί να ληστέψει τη περιουσία ενός δισεκατομμυριούχου, όπως στην εποχή του Μπόρις Ελστίν; Μήπως παρεμβαίνει στην εκλογική διαδικασία των ΗΠΑ; Τόσες ερωτήσεις που δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολίας, σύμφωνα με την κυρίαρχη τάξη των ΗΠΑ. Και όμως, ήταν αρκετό ο πρόεδρος Πούτιν να προσφέρει μια διασταυρωμένη ανακριτική επιτροπή στον πρόεδρο Τραμπ για να καταβληθεί η Ουάσινγκτον από άγχος.
Στις 16 Νοεμβρίου 2009, ο φορολογικός δικηγόρος Σεργκέι Μαγκνίτσκι πεθαίνει στη φυλακή Matrosskaya Tishina (Μόσχα). Αμέσως, ο αμερικανικός τύπος ισχυρίστηκε ότι κρατούσε πληροφορίες σχετικά με κρατικό σκάνδαλο και ότι βασανίστηκε από το "καθεστώς".
Ο νόμος Μαγκνίτσκι
Ο θάνατος του Μαγκνίτσκι σβήνει τη δικαστική διαδικασία που κινήθηκε εναντίον του από το ρωσικό Υπουργείο Δικαιοσύνης. Ο δισεκατομμυριούχος Γουίλιαμ ("Bill") Μπράουντερ, δηλώνει στην Ουάσινγκτον ότι ο φοροτεχνικός μπορούσε να αποδείξει πως η ρωσική εξουσία του έκλεψε 3 δισεκατομμύρια δολάρια. Παρά τις πιέσεις της Goldman Sachs, το Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών, ο οποίος πιστεύει ότι είχε ξεδιαλύνει την υπόθεση, ενέκρινε το 2012 ένα νόμο για κυρώσεις κατά Ρώσων ύποπτων αξιωματούχων για τη δολοφονία του δικηγόρου. Η τράπεζα, η οποία δεν εμπιστεύεται τις πληροφορίες των βουλευτών, είχε προσλάβει την εταιρία πίεσης (lobby) Duberstein Group για να προσπαθήσει να αντιταχθεί στην ψήφιση του νόμου [1].
Σε αυτό το μοντέλο, το Κογκρέσο διευρύνει το 2016 το νόμο Μαγκνίτσκι σε ολόκληρο τον κόσμο, διατάσσοντας τον πρόεδρο να λάβει κυρώσεις εναντίον όλων των προσώπων και κρατών που παραβιάζουν την ατομική ιδιοκτησία. Οι πρόεδροι Ομπάμα και Τραμπ υπακούουν τοποθετώντας περίπου είκοσι άτομα σε αυτό τον κατάλογο, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου της Δημοκρατίας της Τσετσενίας Ramzan Kadyrov.
Αυτοί οι δύο νόμοι αποσκοπούν να αποκαταστήσουν στις Ηνωμένες Πολιτείες τον ρόλο που είχαν αυτό-αναλάβει κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου ως υπερασπιστές της ατομικής ιδιοκτησίας, παρόλο που δεν έχουν πλέον κομμουνιστικό αντίπαλο.
Οι δύο εκδόσεις της "υπόθεσης Μαγκνίτσκι"
Η ρωσική Δούμα, εν τω μεταξύ, απαντά στον αμερικανό ομόλογό απαγορεύοντας την υιοθέτηση Ρώσων παιδιών από οικογένειες των ΗΠΑ και καταγγέλλοντας την ευθύνη προσωπικοτήτων των ΗΠΑ για την νομιμοποίηση των βασανιστηρίων (νόμος Δήμα Γιάκοβλεφ, με το όνομα ενός Ρώσου παιδιού που είχε υιοθετηθεί στις ΗΠΑ, που πέθανε από αμέλεια των γονιών του). Ο πρόεδρος Πούτιν εφαρμόσει αυτό το κείμενο το 2013, απαγορεύοντας π.χ. την είσοδο σε ρωσικό έδαφος στον πρώην αντιπρόεδρο των ΗΠΑ Ντικ Τσένι.
Η «υπόθεση Μαγκνίτσκι» θα μπορούσε να είχε τελειώσει εκεί. Φαίνεται ότι είναι ανεξάρτητη από την «υπόθεση Χοντορκόφσκι», που εκμεταλλεύεται από το ΝΑΤΟ για να κατηγορήσει τη Ρωσία για παρέμβαση στις δυτικές δημοκρατίες μέσω της παραπληροφόρησης ( «fake news») [2]. Ωστόσο, ο Ρώσος γενικός εισαγγελέας αμφισβητεί την αφήγηση που παρουσιάζει ο Γουίλιαμ Μπράουντερ στο Κογκρέσο των ΗΠΑ.
Σύμφωνα με τον Γουίλιαμ Μπράουντερ, η εταιρεία του, Hermitage Capital, φέρεται να έχει επενδύσει στη Ρωσία, μεταξύ των άλλων στη Gazprom. Θα είχε ανακαλύψει κακές πρακτικές και προσπάθησε να ειδοποιήσει το Κρεμλίνο.
Ωστόσο, φέρεται να ακυρώθηκε η άδεια διαμονής του. Στη συνέχεια, οι ρωσικές του εταιρείες φέρεται να ληστεύτηκαν από έναν υπάλληλο της Οικονομικής Ταξιαρχίας του ρωσικού υπουργείου Εσωτερικών, αντισυνταγματάρχη Artem Kuznetsov. Ο τελευταίος φέρεται να κατάσχεσε τα έγγραφά του κατά τη διάρκεια μιας έρευνας και στη συνέχεια φέρεται να τα χρησιμοποίησε για να εγγραφεί νέος ιδιοκτήτης. Ο πληρεξούσιος δικηγόρος Σεργκέι Μαγκνίτσκι, ό όποιος θα ανακάλυπτε την απάτη, φέρεται να συλλήφθηκε, βασανίστηκε και τελικά πέθανε στη φυλακή. Εντέλει, ο αντισυνταγματάρχης Artem Kuznetsov και ο "νονός" Ντμίτρι Κλύεφ φέρεται να κατάφεραν να καταθέσουν τα 3 κλεμμένα δισεκατομμύρια δολάρια σε κυπριακή τράπεζα.
Θα επρόκειτο για κλασσική περίπτωση απάτης από μια ρωσική μαφία με υποστήριξη του Κρεμλίνου [3].
Αυτή η αφήγηση εμπνέει την έβδομη σεζόν της τηλεοπτικής σειράς του Showtime, Homeland (Πατρίδα).
Αντίθετα, σύμφωνα με τον γενικό εισαγγελέα της Ρωσίας, Γιούρι Τσάικα, ο Γουίλιαμ Μπράουντερ απέκτησε παράνομα 133 εκατομμύρια μετοχές της Gazprom για λογαριασμό των αδελφών Ziff, μέσω αχυράνθρωπων. Όχι μόνο ο Μπράουντερ φέρεται να μην έχει πληρώσει φόρους ύψους 150 εκατομμυρίων δολαρίων, αλλά η απόκτηση ενός μεριδίου αυτού του κοσμήματος της ρωσικής οικονομίας θα ήταν παράνομη. Περαιτέρω, ο φορολογικός του σύμβουλος, Σεργκέι Μαγκνίτσκι, ο οποίος είχε σχεδιάσει μια άλλη απάτη για λογαριασμό του ίδιου Μπράουντερ, φέρεται να συλλήφθηκε και πέθανε από καρδιακή προσβολή στη φυλακή [4].
Είναι προφανώς αδύνατο να διακριβώσουμε την αλήθεια μεταξύ των δύο εκδόσεων. Ωστόσο, αναγνωρίζεται σήμερα ότι ο Σεργκέι Μαγκνίτσκι δεν ήταν δικηγόρος που εργαζόταν ως ελεύθερος επαγγελματίας, αλλά ένας νομικός σύμβουλος που απασχολούταν από τις εταιρείες του Γουίλιαμ Μπράουντερ. Δεν διερεύνησε υπεξαιρέσεις, αλλά έπαιρνε εντολές από τον Μπράουντερ για τη δημιουργία οικονομικών δομών που να του επέτρεπαν να μην πληρώσει τέλη και φόρους στη Ρωσία. Οι δύο άνδρες φαντάστηκαν, για παράδειγμα, να πληρώσουν ψυχικά διαταραγμένα άτομα ως δανειστές του ονόματος τους για να επωφεληθούν από τη φορολογική απαλλαγή τους. Ο Μπράουντερ ήταν τακτικός συνδρομητής της φοροδιαφυγής. Για το λόγο αυτό, έζησε στη Ρωσία για δέκα χρόνια με απλές τουριστικές βίζες, κατόπιν εγκατέλειψε την αμερικανική ιθαγένειά του και απέκτησε τη βρετανική.
Αυτά τα τελευταία στοιχεία επιβαρύνουν τον Γουίλιαμ Μπράουντερ και είναι συμβατά με τις κατηγορίες του εισαγγελέα Γιούρι Τσάικα. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, είναι τουλάχιστον περιφρονητικό το γεγονός ότι το Κογκρέσο υιοθέτησε τον νόμο Μαγκνίτσκι , εκτός αν η ενέργεια αυτή δεν αποσκοπούσε στην υπεράσπιση της ατομικής ιδιοκτησίας, αλλά κατευθυνόταν κατά της Ρωσίας [5].
Ένας ηγέτης της Ρωσικής αντιπολίτευσης στο μισθολόγιο του Μπράουντερ
Στο πλευρό του Εθνικού Ταμείου για τη Δημοκρατία (NED, National Endowment for Democracy), ο Μπράουντερ χρηματοδοτεί γενναιόδωρα τις ενέργειες ενός νεαρού νομικού, Αλεξέι Ναβαλνί. Με τη βοήθεια του Αμερικανικού πρέσβη Michael McFaul, ο νεαρός σπουδάζει στις ΗΠΑ στο Πανεπιστήμιο του Yale, το 2010. Δημιουργεί ένα Ίδρυμα κατά της Διαφθοράς για να προωθήσει την έκδοση Μπράουντερ και να ενοχοποιήσει τη διοίκηση Πούτιν.
Έχοντας γίνει ηγέτης της πολιτικής αντιπολίτευσης, ο Ναβαλνί πραγματοποιεί με το Ίδρυμα του ένα πρώτο ντοκιμαντέρ για να κατηγορήσει την οικογένεια του εισαγγελέα Γιούρι Τσάικα για διαφθορά. Εάν το βίντεο είναι αρχικά πειστικό, δεν παρέχει τελικά καμία απόδειξη για τα επικείμενα γεγονότα.
Ταυτόχρονα, ο Ναβαλνί ανέθεσε ένα δεύτερο ντοκιμαντέρ σε έναν Ρώσο αντιπολιτευόμενο σκηνοθέτη για την «υπόθεση Μαγκνίτσκι». Αλλά, εκείνος ο δημοσιογράφος στρέφεται κατά του εργοδότη του κατά τη διάρκεια της έρευνάς του, η οποία τελικά μεταδίδεται από τη ρωσική δημόσια τηλεόραση.
Ένας πράκτορας και ένας πρεσβευτής στη μισθοδοσία του Μπράουντερ
Στη συνέχεια, ο Γουίλιαμ Μπράουντερ προσλαμβάνει έναν πρώην πράκτορα του MI6 στη Μόσχα (1990-93), τον Christopher Steele, και τον πρώην πρεσβευτή των ΗΠΑ στη Μόσχα (2012-14), τον Michael McFaul.
Έτυχε ο Κρίστοφερ Στέιλε, ο οποίος, το 2006, -στο κόρφο του ΜΙ6- κατηγόρησε τον πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν ότι διέταξε τη δηλητηρίαση του Αλεξάντερ Λιτβινένκο με Πολόνιο. Το 2016, εργάστηκε επίσης - ιδιωτικά αυτή τη φορά - για το Δημοκρατικό Κόμμα των ΗΠΑ. Έγραψε τότε το περίφημο φάκελο που κατηγορούσε τον υποψήφιο Ντόναλντ Τραμπ ότι ήταν υπό εκβιασμό των ρωσικών μυστικών υπηρεσίων [6]. Έναν ελεύθερο καταλογισμό που μόλις προέκυψε μετά τη διμερή σύνοδο κορυφής του Ελσίνκι. Και ξαναβρίσκουμε τον Steele, το 2018, κατά τη διάρκεια της δηλητηρίασης του Sergei Skripal με Novichok, κατηγορώντας - ως "σύμβουλος" του ΜΙ6 - τον αναπόφευκτο Βλαντιμίρ Πούτιν.
Η απάντηση της Ρωσίας
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας των ΗΠΑ του 2016, ο Ρώσος Γενικός Εισαγγελέας Γιούρι Τσάικα, προσπαθεί να πείσει ένα μέλος του Κογκρέσσου ανοικτό στις ρωσικές θέσεις, τον Ντάνα Ροραμπάκερ (Ρεπουμπλικανός από την Καλιφόρνια). Του μεταφέρει ένα σημείωμα για την εκδοχή του για την υπόθεση Μπράουντερ-Μαγκνίτσκι. Στη συνέχεια, η Ρώσίδα δικηγόρος Ναταλία Βεσελνίτσκαγια συναντά τον γιο και τον γαμπρό του υποψηφίου Ντόναλντ Τραμπ στον Πύργο Τραμπ, ενημερώνοντάς τους ότι ένα μέρος από το βρώμικο χρήμα του Μπράουντερ χρησιμοποιήθηκε για τη χρηματοδότηση της υποψηφιότητας της Χίλαρι Κλίντον [7].
Στη συνέχεια, ο Γουίλιαμ Μπράουντερ γίνεται η κύρια πηγή της έρευνας για μια πιθανή ρωσική παρεμβολή κατά της «δημοκρατίας των ΗΠΑ» με επικεφαλής τον Ειδικό Εισαγγελέα Ρόμπερτ Μιούλερ. Πολύ πριν να ήταν διευθυντής του FBI ο Μιούλερ -που δεν έχει επίσημα καμία σχέση με την ICA- ήταν υπεύθυνος για την έρευνα σχετικά με τη βομβιστική επίθεση του Λόκερμπι που απέδωσε στον Μουαμάρ Καντάφι. Υπενθυμίσουμε ότι η Λιβύη δεν αναγνώρισε ποτέ τη συμμετοχή της στην υπόθεση αυτή, παρότι συμφώνησε να καταβάλει αποζημίωση στα θύματα. Προπαντός, η σκοτσέζικη δικαιοσύνη απέδειξε ότι τα θραύσματα του πυροκροτητή που βρέθηκαν επιτόπου είχαν τοποθετηθεί εκεί από τη CIA για να κατηγορηθεί η Λιβύη. Ο Μιούλερ χρησιμοποίησε τη συνάντηση την της ομάδας Τραμπ με την Ναταλία Βεσελνίτσκαγια ως «απόδειξη» της υποταγής του Ντόναλντ Τραμπ στις ρωσικές υπηρεσίες πληροφοριών.
Η Ναταλία Βεσελνίτσκαγια εκπροσωπεί στις Ηνωμένες Πολιτείες τα συμφέροντα διαφόρων θυμάτων του Μπράουντερ στη Ρωσία. Είχε ήδη παρέμβει το 2014 για λογαριασμό μιας από τις εταιρείες που ο Μπράουντερ κατηγορεί για σύνδεση με τον "νονό" Ντμίτρι Κλύεφ. Έθεσε τότε το ζήτημα του πώς ένας πράκτορας της Homeland Security, Todd Hyman, είχε στείλει δικαστικό έγγραφο χωρίς να διεξάγει τους συνήθεις ελέγχους.
Η στιγμή της αλήθειας δεν θα λάβει χώρα
Στη σύνοδο κορυφής ΗΠΑ-Ρωσίας του Ελσίνκι, ο πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν πρότεινε στον Αμερικανό ομόλογό του να αφήσει τους Αμερικανούς ερευνητές να ανακρίνουν τους Ρώσους αξιωματούχους ύποπτους για παρεμβολή στην προεκλογική εκστρατεία των ΗΠΑ, υπό την προϋπόθεση ότι Ρώσοι ερευνητές θα μπορέσουν επίσης να ανακρίνουν υπόπτους στις ΗΠΑ. Ο Ντόναλντ Τραμπ επιφυλάχτηκε για την απάντησή του.
Ωστόσο, όταν το γραφείο του εισαγγελέα Γιούρι Τσάικα διαβίβασε τον κατάλογο των μαρτύρων για ανάκριση, η Ουάσιγκτον βρέθηκε σε αναταραχή. Όχι μόνο, ζητά να ακούσει τους Βρετανούς Γουίλιαμ Μπράουντερ και Christopher Steele εάν κινούνται προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά και τον πρέσβη Μάικλ Μακφόλ, τον δικηγόρο Jonathan Winer, τον ερευνητή David J. Kramer, και, τέλος, τον πράκτορα Todd Hyman.
Ο Jonathan Winer ήταν υπεύθυνος του φακέλου Λόκερμπι στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90. Είναι προσωπικός φίλος του Christopher Steele, από τον οποίο μεταβίβαζε για μια δεκαετία τις εκθέσεις του στους νεο-συντηρητικούς [8].
Κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του Μπους του νεώτερου, ο David J. Kramer διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη διαχείριση του προπαγανδιστικού συστήματος του υπουργείου Εξωτερικών καθώς και στους πράκτορες stay-behind στην Ανατολική Ευρώπη και τη Ρωσία. Μετά από άσκηση του επαγγέλματος του σε διάφορες ομάδες προβληματισμού (think tanks), έγινε πρόεδρος του Freedom House και οδήγησε την εκστρατεία για την «υπόθεση Μαγκνίτσκι». Είναι σήμερα ερευνητής στο John McCain Institute.
Εάν μέχρι τότε δεν υπήρχε τίποτα για να διαχωριστούν οι εκδόσεις του Μπράουντερ και του Τσάικα, η αλήθεια δεν αργήσει να φανεί. Είναι πιθανό ότι η ρωσική παρεμβολή δεν είναι τίποτα παρά μια φάρσα, αλλά ‘ότι οι παρεμβολές των ΗΠΑ (τόσο μέσω της εμπλοκής στη ναυαρχίδα της ρωσικής οικονομίας όσο και μέσω του Αλεξέι Ναβαλνί) θα ήταν, εκείνη, μια πραγματικότητα.
Στο πλαίσιο της ομοφωνίας κατά της Ρωσίας στην Ουάσινγκτον, ο πρόεδρος Τραμπ αρνήθηκε την πρόταση του Βλαντιμίρ Πούτιν.
[1] “Bank of Putin. Goldman Sachs lobbying against human rights legislation” («Τράπεζα του Πούτιν. Η Goldman Sachs ασκεί πιέσεις εναντίον της νομοθεσίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα»), Adam Kredo, Free Beacon, July 19, 2012.
[2] “Η εκστρατεία του ΝΑΤΟ κατά της ελευθερίας της έκφρασης”, του Τιερί Μεϊσάν, Μετάφραση Κριστιάν Άκκυριά, Ινφογνώμων Πολιτικά (Ελλάδα) , Δίκτυο Βολταίρος, 5 Δεκεμβρίου 2016.
[3] “Foreigner’s Investment in Russia Is Derailed by Kremlin’s Might” (Η επένδυση του αλλοδαπού στη Ρωσία εκτροχιάζεται από τη δύναμη του Κρεμλίνου), Clifford J. Levy, The New York Times, July 24, 2008.
[4] Note from Yury Chaika Office to Dana Rohrabacher, June 2016.
[5] « Intouchable, Mr. Browder ? » (Ανέγγιχτος, ο κ. Μπράουντερ;), par Israël Shamir, Traduction Maria Poumier, Entre la plume et l’enclume (France), The Unz Review (USA), Réseau Voltaire, 22 juin 2016.
[6] “The Steele Report”.
[7] “Natalia Veselnitskaya Memo on the William Browder & Sergei MagnitskyCase” (Σημείωμα της Ναταλίας Βεσελνίτσκαγια για την υπόθεση του Γουίλιαμ Μπράουντερ & του Σεργκέι Μαγκνίτσκι), by Natalia Veselnitskaya, Voltaire Network, 1 June 2016.
[8] “Devin Nunes is investigating me. Here’s the truth”, Jonathan Winer, The Washington Post, February 8, 2018.