Μήπως ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ αποφάσισε να μη προχωρήσει στην αλλαγή της πολιτικής των ΗΠΑ; Μήπως υποτάχθηκε στη πρώην άρχουσα τάξη της χώρας του; Τους τελευταίους δύο μήνες, η κυβέρνηση του φαίνεται να έχει αναδιαμορφώσει τις στρατιωτικές διοικήσεις AfriCom, CentCom και SouthCom. Η πρώτη στρατιωτική διοίκηση του Πενταγώνου φαίνεται να έχει εξουσιοδοτηθεί για την καταπολέμηση των κινεζικών σχεδίων στην αφρικανική ήπειρο. Η δεύτερη φαίνεται να εμπλέκεται στο δρόμο της διαίρεσης της διευρυμένης Μέσης Ανατολής μεταξύ των Αράβων και των Περσών, και η τρίτη σε αυτόν της καταστροφής των κρατικών δομών της Λεκάνης της Καραϊβικής. Και συνεπώς αυτές οι νέες αποστολές συνοδεύονται από την επιστροφή των νεο-συντηρητικών.
Μετά τις ενδιάμεσες εκλογές στις 6 Νοεμβρίου 2018, ο πρόεδρος Τραμπ υπέστη μια εξαιρετικά τεράστια πίεση. Οι ομοσπονδιακές διοικήσεις έκλεισαν στις 22 Δεκεμβρίου (shutdown), λόγω της κοινοβουλευτικής αντίθεσης στο σχέδιο προϋπολογισμού που περιελάμβανε τη χρηματοδότηση ενός τείχους στα μεξικανικά σύνορα. Η κρίση δεν επιλύθηκε παρά μόνο 35 ημέρες αργότερα, στις 25 Ιανουαρίου 2019. Ο πρόεδρος Τραμπ υποκλίθηκε προσωρινά ενώπιον των απαιτήσεων του Δημοκρατικού Κόμματος. Σύμφωνα με την S & P Global Ratings, το shutdown θα κόστισε περισσότερα από 6 δισεκατομμύρια δολάρια, ήτοι κάτι που είναι πιο ακριβό από το ίδιο το Τοίχο που υποτίθεται ότι θα εξοικονόμηζε [1].
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η κυβέρνηση Τραμπ έχει πολλαπλασιάσει τα σημάδια της εγκατάλειψης της εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής της και της συσπείρωσης στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Δεδομένου του τρόπου διακυβέρνησης του μέγα-μεσίτη ακίνητης περιουσίας, είναι πιθανό αυτή η πλήρης αναστροφή να μην είναι παρά μόνο εμφανής και προορισμένη να τεθεί υπό αμφισβήτηση στις 15 Φεβρουαρίου, ημερομηνία λήξης της συμφωνίας για τον προϋπολογισμό. Σε κάθε περίπτωση, προς το παρόν, υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι ο Ντόναλντ Τραμπ παραιτήθηκε από το να φέρει την αλλαγή που υποσχέθηκε.
– Στις 13 Δεκεμβρίου 2018, στο Ίδρυμα Heritage Foundation, ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας Τζον Μπόλτον παρουσίαζε τη νέα στρατηγική των ΗΠΑ στην Αφρική [2]:
• (1) ανάπτυξη του εμπορίου,
• (2) καταπολέμηση της ισλαμικής τρομοκρατίας,
• (3) έλεγχος της χρήσης της αμερικανικής βοήθειας.
Τίποτα το πολύ καινούργιο, εκτός από το ότι οι εμπορικοί στόχοι παρουσιάστηκαν εκτενώς, όχι σαν μια αντιπαλότητα κατά των παλαιών αποικιακών δυνάμεων (Γαλλία και Ηνωμένο Βασίλειο), αλλά σαν μια βιαία μάχη εναντίον της Κίνας και της Ρωσίας.
– Στις 20 Δεκεμβρίου, ο υπουργός Άμυνας, στρατηγός James Mattis, απέστειλε επιστολή παραίτησης στον πρόεδρο Τραμπ [3]. Αντίθετα με ό, τι έλεγε ο τύπος, συμφωνούσε για την απόσυρση των στρατευμάτων από τη Συρία, αλλά ανησυχούσε για το μήνυμα που δινόταν στους συμμάχους του Συνασπισμού κατά του Ντάες και, με αυτή την αφετηρία, για το πιθανό τέλος της αμερικανικής ηγεσίας [4]. Θεωρώντας ότι δεν είχε κανένα μάθημα να λάβει δημόσια από κανέναν, ο Τραμπ ανακάλεσε αμέσως τον Mattis χωρίς να τον αφήσει να ασκήσει τις ευθύνες του μέχρι να βρεθεί ο διάδοχος του.
Ωστόσο, υποχωρώντας στους επικριτές του, ο πρόεδρος Τραμπ επέστρεφε πίσω και παραδεχόταν ότι η απόσυρση των στρατευμάτων θα ήταν μεγαλύτερης διάρκειας από τη προβλεπόμενη.
– Στις 3 Ιανουαρίου, 2019, στην έναρξη της 116ης συνόδου του Κογκρέσου, ο δημοκρατικός εκπρόσωπος Έλιοτ Engels και ο ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής Marco Rubbio καταθέσαν δύο νομοσχέδια (HR 31 [5] και S. 1 [6]) από τα οποία ένα απόσπασμα στοχεύει να επιβάλλονται κυρώσεις που εμποδίζουν την ανασυγκρότηση της Συρίας. Στη συνέχεια, ο Έγκελς [ήδη συγγραφέας του νόμου περί λογοδοσίας της Συρίας (Syria Accountability Act) του 2003]] εξελέγη πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της βουλής, ενώ ο James Rich εξελέγη στην αντίστοιχη Επιτροπή της Γερουσίας. Ο τελευταίος συμφώνησε αμέσως με το νομοσχέδιο κατά της Συρίας.
Και τα δύο κείμενα υποστηρίζουν ότι η Αραβική Δημοκρατία της Συρίας, και όχι οι τζιχαντιστές, φέρεται να έχει βασανίσει τα θύματα που φωτογραφήθηκαν στην «Έκθεση Καίσαρα», γεγονός το οποίο επιτρέπει να αποκλεισθεί η ανασυγκρότηση της χώρας. Το κείμενο της Γερουσίας προχωρά περαιτέρω υποστηρίζοντας τη στρατιωτική βοήθεια στο Ισραήλ σε μια εποχή που το εβραϊκό κράτος παραδέχθηκε ότι διεξάγει έντονη εκστρατεία βομβαρδιστικών επιθέσεων κατά της Συρίας.
– Στις 10 Ιανουαρίου 2019, ο υπουργός Εξωτερικών Mike Pompeo έδωσε τη νέα στρατηγική για την ευρύτερη Μέση Ανατολή σε διάσκεψη στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο στο Κάιρο [7]. Επρόκειτο οι ΗΠΑ:
• (1) να καταπολεμήσουν την ισλαμική τρομοκρατία,
• (2) να καταπολεμήσουν κατά του Ιράν και των συμμάχων του,
• (3) να αποσυρθούν στρατιωτικά από την περιοχή προς όφελος ενός αραβο-ισραηλινού «ΝΑΤΟ».
Ωστόσο, πέρα από το γεγονός ότι το να διαιρεθεί η περιοχή μεταξύ Αράβων και Περσών είναι ακόμη πιο επικίνδυνο από τη σημερινή κατάσταση, φαίνεται απίθανο να δημιουργηθεί μια αραβο-ισραηλινή στρατιωτική συμμαχία, βασισμένη σε κυβερνήσεις που συνεργάζονται βέβαια ήδη κρυφά, αλλά κατά της γνώμης των πληθυσμών. Ταυτόχρονα, ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας Τζον Μπόλτον δημιουργούσε μια τρομοκρατική διεθνής κατά του Ιράν, που συμπεριλαμβάνει σουνιτικά αραβικά στοιχεία του Ντάες και σιίτικά περσικά στοιχεία των Μουτζαχεντίν του Λαού [8].
– Την ίδια ημέρα, στις 10 Ιανουαρίου, ο υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο γνωστοποίησε δημόσια μια δήλωση εναντίον της Βενεζουέλας δίνοντας το σήμα στον Juan Guaido να ανακηρύξει τον εαυτό του ως μεταβατικό πρόεδρο [9]. Ακολούθησε η συνταγματική κρίση που γνωρίζουμε.
Ενώ ο δυτικός Τύπος και οι Βενεζουελάνοι ερμήνευαν τη σύγκρουση ως αμφισβήτηση της Μπολιβαριανής κυβέρνησης, ανακοινώναμε λίγο πριν από τα γεγονότα ότι το Πεντάγωνο επρόκειτο να εφαρμόσει στην Λεκάνη της Καραϊβικής την ίδια στρατηγική που εφάρμοσε στις Μεγάλες Λίμνες της Αφρικής, και στη συνέχεια στην ευρύτερη Μέση Ανατολή [10]. Μετά από μακρές εσωτερικές συζητήσεις, το ρωσικό Υπουργείο Εξωτερικών υιοθέτησε την ίδια θέση [11]. Η Μόσχα, δήλωνε μεταξύ άλλων: «Η σκόπιμη και εμφανώς καλά ενορχηστρωμένη δημιουργία μιας διπλής εξουσίας και ενός εναλλακτικού κέντρου απόφασης στη Βενεζουέλα ανοίγει το δρόμο για το χάος και τη διάβρωση του βενεζουελικού κράτους».
– Στις 22 Ιανουαρίου, το Δημοκρατικό Κόμμα ψήφισε στη Βουλή των Αντιπροσώπων ένα νόμο που απαγορεύει στον πρόεδρο Τραμπ να αποχωρήσει από το ΝΑΤΟ [12]. Το κείμενο είχε συνταχθεί και από τον Eliot Engels.
Παρά το γεγονός ότι ο νόμος αυτός δεν συζητήθηκε κατά τη διάρκεια της εκστρατείας για τις ενδιάμεσες εκλογές, θεωρήθηκε από το Δημοκρατικό Κόμμα ως προτεραιότητα σε σχέση με τις δεσμεύσεις του για το Obamacare. Ο Έλιοτ Ένγκελς είχε συντάξει μαζί με τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ, Άντερς Φογκ Ράσμουσεν, ένα άρθρο γνώμης τον Ιούλιο του 2018, υπέρ της Συμμαχίας [13].
– Στις 26 Ιανουαρίου, ο Mike Pompeo ανακοίνωνε ότι ο νεο-συντηρητικός Elliott Abrams θα είναι ο ειδικός του απεσταλμένος για τη Βενεζουέλα. Αλλά πριν από δύο χρόνια, ο Abrams ήταν ο υποψήφιος των ιμπεριαλιστών για το υπουργείο εξωτερικών. Το όνομά του παραμένει συνδεδεμένο με τις χειρότερες μυστικές ενέργειες των Ηνωμένων Πολιτειών στη Λατινική Αμερική κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.
Ο νεο-συντηρητισμός είναι μια μορφή του τροτσκισμού, συνεπώς ιδεολογικά της ακροαριστεράς, που συσπειρώθηκε στον αμερικανικό κρατικό μηχανισμό κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Ρήγκαν. Οι υποστηρικτές του δεν έπαψαν ποτέ να αλλάζουν πλευρά από τα αριστερά προς τα δεξιά και αντίστροφα σε κάθε πολιτική εναλλαγή στην εξουσία. Ωστόσο, εναντιώθηκαν στην εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, με τον οποίον συντάσσονται όμως τώρα.
Υπήρξε συνεπώς μια αναδιαμόρφωση του Africom, του CentCom και του SouthCom, επιτρέποντας και τα τρία να υπερασπιστούν τα συμφέροντα όχι του αμερικανικού λαού, αλλά των υπερεθνικών εταιρειών και του Ισραήλ. Πάντα συνδεδεμένοι με αυτήν την πολιτική, οι νεο-συντηρητικοί επιστρέφονται, τουλάχιστον ένας από τους πιο επιφανείς από εκείνους.
Αυτά τα στοιχεία τείνουν να αποδείξουν ότι το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα και η κυβέρνηση Τραμπ αλλάζουν ριζικά πολιτική και επιστρέφουν -εκτός για την άρνηση να αφήσουν τρομοκρατικές οργανώσεις να διοικήσουν κράτη- στην πολιτική του Δημοκρατικού Κόμματος του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα και της Χίλαρι Κλίντον: ο στρατιωτικός ιμπεριαλισμός στην υπηρεσία των διεθνικών εταιρειών.
Η παραίτηση αυτή φαίνεται να καταγράφεται από τους κύριους δωρητές του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Έτσι, οι αδελφοί Koch μόλις ανακοίνωσαν ότι δεν θα υποστηρίξουν την επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ [14].
[1] “US economy lost at least $6 billion to government shutdown: S&P”, Reuters, January 26, 2019.
[2] “Remarks by John R. Bolton on the The Trump Administration’s New Africa Strategy”, by John Bolton, Voltaire Network, 13 December 2018.
[3] “Resignation letter from James Mattis”, by James Mattis, Voltaire Network, 20 December 2018.
[4] “Οι ΗΠΑ αρνούνται πλέον να πολεμήσουν για διακρατικούς κερδοσκόπους”, του Τιερί Μεϊσάν, Μετάφραση Κριστιάν Άκκυριά, Ινφογνώμων Πολιτικά (Ελλάδα) , Δίκτυο Βολταίρος, 25 décembre 2018.
[5] “Caesar Syria Civilian Protection Act of 2019”, Eliot Engels, US House of Representatives, January 3, 2019.
[6] “Strengthening America’s Security in the Middle East Act of 2019”, Marco Rubio, US Senate, January 3, 2019.
[7] “Mike Pompeo’s Remarks at the American University in Cairo”, by Mike Pompeo, Voltaire Network, 10 January 2019. .
[8] “Η χρήση της τρομοκρατίας σύμφωνα με τον Τζον Μπόλτον”, του Τιερί Μεϊσάν, Μετάφραση Κριστιάν Άκκυριά, Ινφογνώμων Πολιτικά (Ελλάδα) , Δίκτυο Βολταίρος, 23 janvier 2019.
[9] “US Actions Against Venezuela’s Corrupt Regime”, by Mike Pompeo, Voltaire Network, 10 January 2019.
[10] “Οι Ηνωμένες Πολιτείες προετοιμάζουν πόλεμο μεταξύ Λατινοαμερικανών”, του Τιερί Μεϊσάν, Μετάφραση Κριστιάν Άκκυριά, Ινφογνώμων Πολιτικά (Ελλάδα) , Δίκτυο Βολταίρος, 18 décembre 2018.
[11] “Russian Foreign Ministry statement on the developments in Venezuela”, Voltaire Network, 24 January 2019.
[12] “House aims to prevent Trump from withdrawing from NATO”, Karoun Demirjian, Washington Post, January 22, 2019.
[13] “President Trump, you need NATO more than ever”, Eliot L. Engel & Anders Fogh Rasmussen, CNN, July 10, 2018.
[14] “Koch network tells donors it plans to stay out of 2020 race, once again declining to back Trump”, Josh Dawsey and Michelle Ye Hee Lee, The Washington Post, January 24, 2019.