Στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Ουίνστον Τσόρτσιλ επινόησε ένα σύστημα που επέτρεπε στους Αγγλοσάξονες να διασφαλίσουν ότι η Δυτική Ευρώπη δεν θα πέσει στα χέρια της Σοβιετικής Ένωσης και ότι θα διατηρούσαν τον έλεγχό της. Επρόκειτο για τη δημιουργία μιας κοινής ευρωπαϊκής αγοράς με τις ερειπωμένες χώρες που αποδέχθηκαν το σχέδιο Μάρσαλ [1].

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο προχωρούσαν τότε μαζί. Σε λίγα χρόνια, έθεσαν τα θεμέλια του κόσμου μας: το ΝΑΤΟ είναι μια στρατιωτική συμμαχία που κυριαρχείται από εκείνους, ενώ αυτό που έχει γίνει Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η πολιτική οργάνωση για τους συμμάχους τους. Βέβαια, τα μέλη του ενός θεσμικού οργάνου δεν είναι απαραίτητα μέλη του άλλου, αλλά το γεγονός παραμένει ότι, με έδρα τις Βρυξέλλες, και οι δύο είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Οι κοινές υπηρεσίες των δύο δομών εγκαταστάθηκαν διακριτικά στο Λουξεμβούργο.

Μετά την κρίση μεταξύ Ουάσιγκτον και Λονδίνου κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του Σουέζ, το Ηνωμένο Βασίλειο, που έχανε την αυτοκρατορία του, αποφάσισε να εισέλθει σε αυτό που δεν ήταν ακόμη η Ευρωπαϊκή Ένωση. Εάν ο Χάρολντ Μακμίλαν απέτυχε το 1958, ο Έντουαρντ Χιθ το επέτυχε το 1973. Αλλά καθώς η ισορροπία δυνάμεων συνεχίζε να εξελίσσεται, το Ηνωμένο Βασίλειο αποχώρησε από την Ευρωπαϊκή Ένωση στα τέλη του 2020, στρέφοντας ξανά προς την παλιά του Αυτοκρατορία («Global Britain»).

Όλα τα έγγραφα της Ευρωπαϊκής Ένωσης μεταφράζονται σε κάθε επίσημη γλώσσα των χωρών μελών. Συν τα αγγλικά, τα οποία έχουν γίνει η επίσημη γλώσσα της ενώ δεν είναι πλέον έτσι για κανένα από τα μέλη του. Αυτό δεν οφείλεται στο ότι οι Βρετανοί ήταν μέρος της, αλλά επειδή η Ένωση βρίσκεται υπό τον έλεγχο του ΝΑΤΟ όπως ορίζεται στο άρθρο 42, παράγραφος 7 της Συνθήκης της Λισαβόνας (η οποία αντικατέστησε δια της βίας τη Συνταγματική Συνθήκη που απορρίφθηκε από τους λαούς) [2].

Η Γερμανία, η οποία ήταν κατεχόμενη από τους τέσσερις νικητές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι το 1990, δηλαδή μετά την επανένωση της, ήταν πάντα ικανοποιημένη στο να μην είναι πλέον στρατιωτική δύναμη. Ακόμη και σήμερα, οι μυστικές υπηρεσίες της, που αναδιοργανώθηκαν από τις ΗΠΑ με το πρώην ναζιστικό τους προσωπικό, εξακολουθούν να είναι πλήρως αφοσιωμένες σε αυτές, ενώ το Πεντάγωνο έχει πολύ σημαντικές στρατιωτικές βάσεις εκεί με φαντασία εξωεδαφικότητας.

Η Γαλλία, αντίθετα, ονειρεύεται στρατιωτική ανεξαρτησία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Σαρλ Ντε Γκωλ, ο οποίος ήταν ηγέτης της Ελεύθερης Γαλλίας κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, την έκανε να εγκαταλείψει την ολοκληρωμένη διοίκηση του ΝΑΤΟ το 1966. Αλλά ο Νικολά Σαρκοζί, ο οποίος είχε ανατραφεί ως έφηβος από τον γιο του δημιουργού των ΗΠΑ του δικτύου Stay-behind του ΝΑΤΟ («Gladio»), την αποκατέστησε το 2009. Σήμερα, οι εξωτερικές επιχειρήσεις του γαλλικού στρατού διοικούνται επομένως, στην πράξη, in fine από Αμερικανούς αξιωματικούς.

Για χρόνια, η Γερμανία και η Γαλλία ανέλαβαν την ηγεσία αυτού που έγινε Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο Φρανσουά Μιτεράν και ο Χέλμουτ Κολ φαντάζονταν τη μετατροπή της κοινής αγοράς σε ένα υπερεθνικό κράτος -πάντα υποτελές των Ηνωμένων Πολιτειών- ικανό να ανταγωνιστεί την ΕΣΣΔ και την Κίνα: την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτή η δομή, στην οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες απαίτησαν να ενταχθούν τα πρώην μέλη του Συμφώνου της Βαρσοβίας την ίδια στιγμή που εντάχθηκαν στο ΝΑΤΟ, έγινε μια κολοσσιαία γραφειοκρατία. Παρά τα φαινόμενα, το Συμβούλιο Αρχηγών Κρατών και Κυβερνήσεων δεν είναι μια υπερκυβέρνηση, αλλά ένα γραφείο καταγραφής των αποφάσεων του ΝΑΤΟ. Οι τελευταίες καταρτίζονται από την Ατλαντική Συμμαχία - στην οποία κυριαρχούν πάντα οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο -, στη συνέχεια διαβιβάζονται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, υποβάλλονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και εντέλει επικυρώνονται από το Συμβούλιο.

Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η αποστολή του ΝΑΤΟ είναι να εμπλέκεται σε όλα: από τη σύνθεση της σοκολάτας (υπάρχει μια μπάρα σοκολάτας στο σιτηρέσιο του στρατιώτη) μέχρι την κατασκευή των γεφυρών (πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τεθωρακισμένα), περνώντας από τα εμβόλια κατά της Covid (η υγεία των πολιτών καθορίζει αυτή των στρατιωτικών) ή τις τραπεζικές μεταφορές (πρέπει να παρακολουθούν οι συναλλαγές του εχθρού).

Ο βρετανικός και ο γαλλικός στρατός ήταν οι μόνοι δύο που είχαν βάρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Προσεγγίστηκαν λοιπόν με τις Συνθήκες του Λάνκαστερ Χάουζ, το 2010. Αλλά όταν επενέβη το Brexit, ο γαλλικός στρατός βρέθηκε πάλι μόνος, όπως αποδεικνύεται από τη λήξη των γαλλοαυστραλιανών συμβολαίων για την κατασκευή υποβρυχίων προς όφελος του Λονδίνου. Η μόνη επιλογή που απέμενε για τη Γαλλία ήταν να πλησιάσει τον ιταλικό στρατό, όμως μισό σε μέγεθος από το γαλλικό. Αυτό αποφασίστηκε μόλις με τη Συνθήκη του Quirinal (2021). Αυτή η επιχείρηση διευκολύνθηκε από την κοινή ιδεολογία του Emmanuel Macron (πρώην τραπεζίτη στη Rothschild) και του Mario Draghi (πρώην τραπεζίτη στη Goldman Sachs) και τη κοινή τους ηγεσία σχετικά με την πολιτική απάντηση στην επιδημία της Covid. Παρεμπιπτόντως, θα παρατηρήσουμε την απίστευτη πολιτικά ορθή ορολογία στην οποία είναι γραμμένο αυτό το έγγραφο, πολύ μακριά από τις λατινικές παραδόσεις [3].

Έτυχε την ίδια στιγμή, η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ να δίνει τη θέση της στον Όλαφ Σολτς. Ο τελευταίος δεν έχει καμία σχέση, ούτε με στρατιωτικά ζητήματα, ούτε με τα ελλείμματα των γαλλικού και ιταλικού προϋπολογισμών. Η συμφωνία συνασπισμού της κυβέρνησής του [4] ευθυγραμμίζει τη γερμανική εξωτερική πολιτική από κάθε άποψη με αυτή των Αγγλοσάξωνων (ΗΠΑ + Η.Β.).

Μέχρι σήμερα, οι κυβερνήσεις της Άνγκελα Μέρκελ πολεμούσαν τον αντισημιτισμό. Η κυβέρνηση Scholz προχωρά περαιτέρω δεσμευόμενη να υποστηρίξει «όλες τις πρωτοβουλίες που προωθούν τον εβραϊκό τρόπο ζωής και προάγουν την ποικιλομορφία της». Δεν είναι πλέον θέμα προστασίας μιας μειονότητας, αλλά προώθησής της.

Όσον αφορά το Ισραήλ, το οποίο το Ηνωμένο Βασίλειο και οι Ηνωμένες Πολιτείες δημιούργησαν σε μια αυτοκρατορική λογική [5], η νέα συμφωνία ορίζει επίσης ότι «η ασφάλεια του Ισραήλ είναι εθνικό συμφέρον» της Γερμανίας και υπόσχεται να εμποδίσει «αντισημιτικές προσπάθειες καταδίκης του Ισραήλ, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Εθνών». Δηλώνει ότι η Γερμανία θα συνεχίσει να υποστηρίζει τη λύση των δύο κρατών στην ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση (δηλαδή θα αντιταχθεί στην αρχή «ένας άνθρωπος, μία ψήφος») και χαιρετίζει την εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ Ισραήλ και αραβικών χωρών. Με αυτόν τον τρόπο, η κυβέρνηση Scholz θάβει τις παραδοσιακές πολιτικές του SPD, από το οποίο ο υπουργός Εξωτερικών, Sigmar Gabriel (2013-18), αποκαλούσε το ισραηλινό καθεστώς ως «απαρτχάιντ».

Ο Olaf Schotz είναι ένας δικηγόρος που ενδιαφέρεται να λειτουργήσει η βιομηχανία της χώρας του με βάση συμβιβασμού μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών. Ποτέ δεν ήταν πολύ παρών σε διεθνή θέματα. Διόρισε την πράσινη δικηγόρο Annalena Baerbock Υπουργό Εξωτερικών. Η τελευταία δεν είναι μόνο υποστηρίκτρια των ενεργειών χωρίς άνθρακα, αλλά παράγοντας επιρροής του ΝΑΤΟ. Υποστηρίζει ξεκάθαρα την αρχή της ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αντιτίθεται στη Ρωσία και ως εκ τούτου αρνείται τον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 2 και ενθαρρύνει το σέδιο τερματικών φυσικού αερίου για την εισαγωγή αέριου από τις Ηνωμένες Πολιτείες με δεξαμενόπλοια LNG παρά την υπερβολική τιμή αυτών των εγκαταστάσεων. Τέλος, χαρακτηρίζει την Κίνα ως «συστημικό αντίπαλο» και υποστηρίζει όλους τους αυτονομιστές της, τους Ταϊβανέζους, τους Θιβετιανούς και τους Ουιγούρους.

Είναι προβλέψιμο ότι οι πολιτικές του Βερολίνου και του Παρισιού θα απομακρυνθούν σιγά-σιγά μέχρι να επανεμφανιστεί η σύγκρουση μεταξύ των δύο χωρών, που προκάλεσε τρεις πολέμους από το 1870 έως το 1945. Σε αντίθεση με τη διαφήμιση, όπως τόνισα παραπάνω, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν δημιουργήθηκε να εξασφαλίσει την ειρήνη στη Δυτική Ευρώπη, αλλά για να σταθεροποιήσει τους πληθυσμούς της στο αγγλοσαξονικό στρατόπεδο κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Η γαλλογερμανική σύγκρουση δεν επιλύθηκε ποτέ. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, μακριά από το να κάνει ειρήνη, κάλυψε το πρόβλημα με ένα πάπλωμα αντί να το λύσει. Κατά τη διάρκεια των πολέμων της Γιουγκοσλαβίας, οι δύο χώρες συγκρούστηκαν σκληρά στρατιωτικά: η Γερμανία υποστήριζε την Κροατία, ενώ η Γαλλία τη Σερβία. Το Βερολίνο και το Παρίσι συμφωνούσαν για τα σύνορα της Ένωσης, αλλά έκαναν πόλεμο μεταξύ τους έξω από αυτά. Οι ειδικοί των ειδικών αποστολών γνωρίζουν ότι υπήρξαν θάνατοι και από τις δύο πλευρές.

Οι εξωτερικές πολιτικές που λειτουργούν είναι αυτές που αντικατοπτρίζουν την ταυτότητα του έθνους τους. Σήμερα, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γερμανία συνεχίζουν το ταξίδι τους, περήφανοι για αυτό που είναι, όχι η Γαλλία που διέρχεται κρίση ταυτότητας. Ο Εμανουέλ Μακρόν διαβεβαίωνε στην αρχή της θητείας του ότι «δεν υπάρχει γαλλική κουλτούρα». Από τότε άλλαξε λόγο, υπό την πίεση του λαού του· άλλαξε τον λόγο του, αλλά όχι τη σκέψη του. Η Γαλλία διαθέτει μέσα, αλλά δεν ξέρει πλέον ποια είναι η ίδια. Επιδιώκει τη χίμαιρα μιας ανεξάρτητης Ευρωπαϊκής Ένωσης που ανταγωνίζεται τις Ηνωμένες Πολιτείες όταν τα άλλα 26 μέλη δεν το θέλουν. Ωστόσο, η Γερμανία κάνει ένα λάθος, ζητώντας προστασία κάτω από την πυρηνική ομπρέλα των ΗΠΑ ενώ αυτή η μεγάλη δύναμη ξεκίνησε την αποσύνθεση της.

Είναι προφανές ότι μόλις μπήκαμε στη φάση της διάλυσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι μια ευκαιρία για όλους να ανακτήσουν την πλήρη ανεξαρτησία τους, τόσο άκαμπτη είναι αυτή η δομή. Αλλά είναι επίσης, και πάνω από όλα, μια πρόκληση που μπορεί γρήγορα να μετατραπεί σε τραγωδία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες καταρρέουν από μόνες τους και σύντομα η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα έχει πλέον κυρίαρχο. Όσοι την συνθέσουν θα πρέπει να τοποθετηθούν ο καθένας ενώπιον των άλλων. Είναι εξαιρετικά επείγον να αρχίσουμε να αλληλο-κατανοούμαστε όχι πλέον ως απλοί εμπορικοί εταίροι, αλλά ως συνεργάτες σε όλα τα πράγματα. Αν δεν γίνει κάτι τέτοιο θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε καταστροφή, σε γενικευμένο πόλεμο.

Ο καθένας μπόρεσε να παρατηρήσει ότι όλα τα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης -πλην των Άγγλων, αλλά έφφφυγαν- μοιράζονται κοινά πολιτιστικά στοιχεία. Αυτά τα στοιχεία είναι και εκείνα της Ρωσίας, η οποία είναι πιο κοντά στην Ένωση από το Ηνωμένο Βασίλειο. Είναι πλέον δυνατό να ανοικοδομηθεί η Ευρώπη ως ένα δίκτυο κρατών και όχι πλέον ως μια συγκεντρωτική γραφειοκρατία, με το άνοιγμα σε εκείνους που χωρίστηκαν τεχνητά από τους Αγγλοσάξονες για να εξασφαλίσουν την κυριαρχία τους στην ήπειρο καθ’ όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Για αυτό μιλούσε ο Σαρλ Ντε Γκωλ όταν εναντιούμενος στον Ουίνστον Τσόρτσιλ δήλωσε ότι ήθελε «την Ευρώπη από τη Βρέστη στο Βλαδιβοστόκ».

Μετάφραση
Κριστιάν Άκκυριά
Πηγή
Ινφογνώμων Πολιτικά (Ελλάδα)

[1« Histoire secrète de l’Union européenne », par Thierry Meyssan, Réseau Voltaire, 28 juin 2004.

[2“Σε περίπτωση κατά την οποία κράτος μέλος δεχθεί ένοπλη επίθεση στο έδαφός του, τα άλλα κράτη μέλη οφείλουν να του παράσχουν βοήθεια και συνδρομή με όλα τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Αυτό δεν επηρεάζει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της πολιτικής ασφάλειας και άμυνας ορισμένων κρατών μελών.
Οι δεσμεύσεις και η συνεργασία στον τομέα αυτόν εξακολουθούν να είναι σύμφωνες προς τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί στο πλαίσιο του Οργανισμού Βορείου Ατλαντικού Συμφώνου, η οποία παραμένει, όσον αφορά τα κράτη που είναι μέλη του, το θεμέλιο της συλλογικής τους άμυνας και το όργανο της εφαρμογής της”.

[3« Traité du Quirinal », Réseau Voltaire, 26 novembre 2021.

[4Mehr Fortschritt wagen. Bündnis für Freiheit, Gerechtigkeit und Nachhaltigkeit, Sozialdemokratischen Partei Deutschlands (SPD), Bündnis 90 / Die Grünen und den Freien Demokraten (FDP), 2021.

[5Ποιος είναι ο εχθρός;”, του Τιερί Μεϊσάν, Μετάφραση Κριστιάν Άκκυριά, Ινφογνώμων Πολιτικά (Ελλάδα) , Δίκτυο Βολταίρος, 4 Αυγούστου 2014.